Η αστική γραμμή Νομαρχία/Νοσοκομείο διασχίζει ολόκληρο τον οικιστικό πυρήνα της παλιάς πόλης και δίνει την ευκαιρία
σε κάθε επιβάτη να παρατηρήσει τις αλλαγές που στο πέρασμα των ετών έχουν συμβεί σε αυτόν. Κάνοντας προχθές το δρομολόγιο αυτό είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω άλλη μια φορά το κακό που έχει επισυμβεί στο πάλαι ποτέ μεγαλόπρεπο αστικό μας κέντρο.
Από την εκτεταμένη ανοικοδόμηση της δεκαετίας του ‘70 γλύτωσαν ένα σωρό παραδοσιακά κτήρια τα οποία -παρά το ότι κατά καιρούς έγιναν προσπάθειες να καταγραφούν και να ενταχθούν σε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα διάσωσης- τελικά αυτές δεν τελεσφόρησαν και έτσι σήμερα καταρρέουν. Κυριολεκτικά.
Η ζημιές που έχουν συσσωρευτεί στις στέγες και στις τοιχοποιίες τους είναι τόσες που μόνον πακτωλοί χρημάτων μπορούν να αποτρέψουν την οριστική τους αποσύνθεση.
Το θέμα είναι ότι το ιδιοκτησιακό καθεστώς αυτών των κτηρίων καθιστά το όποιο ιδιωτικό ενδιαφέρον διάσωσης τους άκυρο.
Μετά τον θάνατο των αρχικών τους ιδιοκτητών αυτά έχουν πλέον περάσει στα χέρια αναρίθμητων κληρονόμων τρίτης και τέταρτης γενιάς, που ο καθένας εξ αυτών διαθέτει ένα τόσο μικρό μερίδιο ιδιοκτησίας, ώστε να του είναι πλέον παντελώς αδιάφορη η όποια διάσωση, ανακαίνιση και εφεξής εκμετάλλευση του ακινήτου.
Αυτή πλέον φαντάζει ως μία δουλειά η όποια πρέπει να γίνει σαν μια κεντρικά οργανωμένη επιχείρηση, σε επίπεδο δημαρχιακής πολεοδομίας.
Να λάβει δηλαδή χώρα ένα συνολικό πρότζεκτ αναγέννησης του παραδοσιακού ιστού της πόλης. Κάτι τέτοιο -ακόμα και στην σημερινή εποχή με τις δεδομένες υπαρξιακές και οικονομικές αδυναμίες μας- δεν είναι καθόλου αδύνατον να συμβεί, εφόσον όμως πραγματοποιηθεί κάτω από μια εμπνευσμένη κεντρική διοίκηση η οποία να ξέρει τι ακριβώς ζητά και πως μπορεί να το πετύχει.
Ευρωπαϊκά προγράμματα επιδότησης του αντικειμένου των αναπλάσεων υπάρχουν άφθονα και εαν ένα Δημοτικό συμβούλιο κυνηγούσε στα σοβαρά την όλη υπόθεση, θα μπορούσε να εκτελέσει ένα τεράστιο έργο αναδιάρθρωσης του ιστορικού κέντρου της πόλης με πολλαπλά οικονομικά, δημογραφικά και κοινωνικά οφέλη.
Σε πρώτη φάση θα μπορούσε να συγκροτηθεί μια ειδική γραμματεία η οποία θα εντόπιζε τους απανταχού της οικουμένης ιδιοκτήτες του κάθε ακινήτου και θα τους έπειθε να δωρίσουν, με συμβολαιογραφικές πράξεις, τα όποια μικρά και κατακερματισμένα ποσοστά ιδιοκτησίας τους στην πόλη. Οι απώλειες τους θα ήταν τόσο ασήμαντες που είμαι σίγουρος πως θα το έκαναν ευχαρίστως -ειδικά έναντι ενός επί τούτου ορισμένου επίσημου τίτλου τιμής.
Μετά θα δημιουργούνταν ένα ενιαίο Ταμείο διαχείρισης κοινοτικής περιουσίας το οποίο ως νομικό πρόσωπο ΔΔ θα διεκδικούσε Ευρωπαϊκά προγράμματα αποκατάστασης. Και όταν πλέον τα προγράμματα αυτά έτρεχαν και τα ακίνητα επανερχόταν σε κατοικίσιμη μορφή, τότε το Ταμείο αυτό θα τα ενοικίαζε έναντι δελεαστικών τιμημάτων ή θα τα παρείχε ακόμη και δωρεάν σε επιχειρήσεις ή σε οικογένειες απανταχού της οικουμένης ελλήνων ή γόνων Καστοριέων οι οποίοι θα επιθυμούσαν να επιστρέψουν και να ζήσουν εφεξής στην Καστοριά.
Με τον τρόπο αυτό και ο παραδοσιακός πολεοδομικός ιστός της πόλης θα επανασυστήνονταν και ο πληθυσμός του μητροπολιτικού κέντρου θα αυξανόταν και η οικονομία της περιοχής θα ενισχύονταν.
Λεωνίδας Εκιντζόγλου