Η διαδρομή στον κόσμο του βιβλίου συνεχίζει το μαγευτικό της ταξίδι με τον συγγραφέα Κώστα Ακριβό και το μυθιστόρημά του με τίτλο «Γάλα μαγνησίας» από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.
Ο Κώστας Ακρίβος (Γλαφυρές Βόλου, 1958) έχει εκδώσει δεκαπέντε αφηγηµατικά βιβλία και πήρε µέρος σε συλλογικές εκδόσεις, ανθολογίες, καθώς και στη συγγραφή δύο σχολικών εγχειριδίων. Μυθιστορήµατά του έχουν µεταφραστεί στη Γερµανία, την Ελβετία, την Ιταλία και την Πολωνία, ενώ διηγήµατά του σε αρκετές άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Από το 1983 δίδαξε φιλολογικά µαθήµατα στο Γυµνάσιο και το Λύκειο. Συνεργάστηκε µε το ΕΚΕΒΙ στα προγράµµατα Λέσχες Ανάγνωσης και Συγγραφείς στα Σχολεία. Διηύθυνε τη σειρά ΜΙΑ ΠΟΛΗ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ και ήταν ο συντονιστής της διαδικτυακής λέσχης ανάγνωσης ΜΕ ΑΝΟΙΧΤΑ ΒΙΒΛΙΑ. Είναι µέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Για το μυθιστόρημά του Γάλα μαγνησίας (ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, 2018) τιμήθηκε με το Athens Prize for Literature του περιοδικού Δέκατα.
Περιγραφή βιβλίου
ΒΡΑΒΕΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ 2018 The Athens Prize for Literature του περιοδικού Δέκατα
Νεανικοί έρωτες, ποδόσφαιρο στις αλάνες, τσιγάρα στα κρυφά, φάρσες σε καθηγητές και συµµαθητές, πολιτικές ανησυχίες, σχέδια και όνειρα για το µέλλον είναι οι καθηµερινές έγνοιες µιας παρέας εφήβων που µεγαλώνουν εσώκλειστοι σ’ ένα εκκλησιαστικό οικοτροφείο του Βόλου της δεκαετίας του ’70.
Σε µια πόλη που καθρεφτίζεται στα νερά του παρελθόντος, σε µια χώρα που προσπαθεί σιγά σιγά να συνέλθει από τα σκοτάδια της δικτατορίας, ο κάθε άλλο παρά µεγαλόσωµος Αχιλλάκος, ο ψαροµούρης Μπράσκας, ο σωσίας του τραγουδιστή των Rolling Stones Μικ και ο αριστεροπόδαρος Ζερβής είναι έτοιµοι να ανοίξουν φτερά για τα ωραία χρόνια που έπονται, ώσπου ένα τραγικό περιστατικό έρχεται να σηµαδέψει τη ζωή τους.
Χρόνια αργότερα, οι ήρωες εξακολουθούν να βασανίζονται από αγωνιώδη ερωτήµατα σχετικά µ’ αυτό: Τι πραγµατικά συνέβη; Έγιναν όλα έτσι όπως τα θυµούνται ή µήπως η µνήµη του καθενός άλλα γεγονότα τα εξωράισε και άλλα τα αλλοίωσε προς το χειρότερο; Μπορούµε να εµπιστευτούµε αποκλειστικά και µόνο τη δική µας µνήµη ή χρειαζόµαστε και τις µνήµες των φίλων µας για να µάθουµε την αλήθεια, ακόµα κι αν αυτή πονάει;
Απόσπασμα
Δεν µπορούσε να ξεχάσει. Το µυαλό του όλα αυτά τα χρόνια ήταν καρφωµένο εκεί. Τις νύχτες έβλεπε εφιάλτες και τη µέρα είχε συνέχεια τη σκηνή µπρος στα µάτια του. Άκουγε φωνές. Γύριζε την πλάτη και πίσω του νόµιζε ότι φωνάζουν «Βοήθεια!». Στη µνήµη του δεν είχε ξεθωριάσει ούτε το πρόσωπο ούτε οι κινήσεις του. Τόσα χρόνια δεν είχαν σταθεί ικανά να νικήσουν µία και µόνο µέρα, τη Δευτέρα 9 Ιουνίου 1975. Το βλέµµα του, έτσι όπως σήκωσε τα µάτια, είχε µια σκοτεινιά που µε πάγωσε. Όµως βιάστηκα, τα χειρότερα δεν τα είχα ακόµη ακούσει. Την ώρα που σηκώθηκε είπε εκείνο που έµελλε να φέρει τούµπα το παρελθόν µου: «Κι αν θες να ξέρεις, εσύ φταις που πνίγηκε!»
Ένα μυθιστόρημα, μία κατασκευή δηλαδή με υλικά της φαντασίας, που αναζητεί την αλήθεια: μπορούμε να εμπιστευτούμε το παρελθόν αποκλειστικά στη δική μας μνήμη ή μήπως χρειαζόμαστε και την εκδοχή των φίλων, όσο επώδυνη κι αν είναι αυτή;