Θα πρέπει να γνωρίζεται πως τα ούρα του μωρού είναι αραιά και αποστειρωμένα. Εφόσον δεν είναι λερωμένη η πάνα δεν διατρέχουμε ιδιαίτερο κίνδυνο.
Ορισμένα μωρά διαμαρτύρονται άμεσα όταν είναι υγρή η πάνα τους, οπότε στην περίπτωση αυτή καλύτερα να την αλλάζετε συχνότερα.
Οι λερωμένες πάνες πρέπει να αλλάζονται αμέσως, και αυτό γιατί εκτός του ότι το μωρό δεν αισθάνεται άνετα, τα κόπρανα είναι γεμάτα βακτήρια που σε συνδυασμό με τα ούρα παράγουν αμμωνία, η οποία ερεθίζει το δέρμα και προκαλεί σύγκαμα και αυξάνει την πιθανότητα για λοιμώξεις του ουροποιητικού.
Η εκμάθηση της χρήσης της τουαλέτας είναι κάτι που συχνά προκαλεί ερωτηματικά στους γονείς, κυρίως ως προς το πότε είναι η σωστή περίοδος έναρξής της και σε κάποιες περιπτώσεις τροφοδοτεί συγκρούσεις στη σχέση τους με το παιδί.
Είναι αλήθεια πως ορισμένα παιδιά κόβουν σχεδόν από μόνα τους την πάνα, ενώ άλλα χρειάζονται περισσότερο χρόνο.
Συχνά ακούγεται η άποψη ότι τα προβλήματα των παιδιών σε σχέση με την εκμάθηση της τουαλέτας συνδέονται με λανθασμένους χειρισμούς των γονέων, όπως για παράδειγμα η πρόωρη αφαίρεση της πάνας ή η χρήση τιμωρητικών μεθόδων σε περίπτωση μη συνεργασίας του παιδιού.
Έως ένα σημείο οι απόψεις αυτές είναι βάσιμες. Η βιασύνη και η τιμωρία όταν μιλάμε για εκμάθηση κάτι καινούργιου δεν ήταν ποτέ καλοί σύμβουλοι για κανέναν, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Μια μητέρα που «περιορίζει τις ανάγκες του παιδιού της και τις εμποδίζει να ικανοποιηθούν με το ρυθμό τους, που μαλώνει το παιδί της για να ουρήσει και να ενεργηθεί, το εξαναγκάζει ταυτόχρονα να αποκτήσει αναστολές, ενώ δεν ήταν αυτός ο στόχος της»
Επιπρόσθετα, ένα παιδί που «εκπαιδεύτηκε» πολύ γρήγορα στη χρήση της τουαλέτας συχνά διατρέχει τον κίνδυνο να χάσει την κατάκτηση αυτή με την πρώτη συναισθηματική δυσκολία που θα αντιμετωπίσει, καθώς αυτή είναι περισσότερο αποτέλεσμα υποταγής στη θέληση του ενήλικα παρά προϊόν πραγματικής ωρίμανσης και ευχαρίστησης που το ίδιο το παιδί αντλεί από την ικανότητά του να ελέγχει τo σώμα του.
Ετσι η διαδικασία για την εκμάθηση της πάνας συνήθως ξεκινά γύρω στα δύο με δυόμιση έτη.
Η εμπειρία δείχνει πως οι αντιδράσεις ενός παιδιού σε μεταβατικές φάσεις της ανάπτυξης είναι διαφορετικές σε κάθε παιδί, και αυτό γιατί
κάθε παιδί είναι διαφορετικό, κάθε γονέας είναι διαφορετικός, καθώς επίσης κάθε δυάδα γονέα – παιδιού χαρακτηρίζεται από διαφορετική δυναμική.
Αυτός είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο είναι δύσκολο να δοθούν γενικές απλές οδηγίες για τη σωστή εκπαίδευση στην τουαλέτα οι οποίες θα μπορούσαν να εφαρμοστούν με ευκολία απότους ίδιους τους γονείς ή τα άτομα που φροντίζουν τα παιδιά οδηγώντας στα ίδια αποτελέσματα.
Σε γενικές γραμμές πάντως, θεωρείται ότι από νευρολογικής άποψης ένα παιδί στην ηλικία των τριάντα μηνών περίπου μπορεί πλέον να ελέγξει τους σφιγκτήρες του, οπότε τα όποια επαναλαμβανόμενα «ατυχήματα» συμβαίνουν από την ηλικία αυτή και έπειτα, ιδίως όσον αφορά στην αφόδευση, συνήθως σχετίζονται με συναισθηματικούς παράγοντες και θέματα σχέσεων μεταξύ παιδιού – γονέων.
Είναι στιγμές που σηματοδοτούν ότι το παιδί μεγαλώνει και ότι σταδιακά αποχωρίζεται τα στενά πρόσωπα φροντίδας και κατ’επέκταση τη στενή και αποκλειστική σχέση φροντίδας που λάμβανει από αυτά.
Είναι αναμενόμενο λοιπόν, κάθε «αποχωρισμός» από κάτι γνώριμο, ευχάριστο και ασφαλές να δημιουργεί αντιφατικά συναισθήματα.
Το παιδί που κόβει την πάνα από τη μία χαίρεται που μεγαλώνει γιατί κερδίζει κάτι από αυτόκαι ταυτόχρονα νοιώθει περήφανο που κατορθώνει κάτι που του ζητούν οι γονείς του.
Αισθάνεται ότι έτσι είναι «καλό», ότι τους κάνει χαρούμενους και ότι γίνεται σταδιακά σαν και αυτούς, ενώ παράλληλα η καλή συνεργασία μαζί τους του δίνει πρόσβαση σε προνόμια και επιβραβεύσεις.
Από την άλλη όμως, του «λείπει» να είναι το εξαρτημένο μικρό παιδί που ήταν συνεχώς στο επίκεντρο της φροντίδας των γονέων και του οποίου οι ανάγκες εκπληρώνονταν σχεδόν αυτόματα, πριν καν χρειαστεί να τις εκφράσει.
Τώρα κάποια πράγματα θα πρέπει να τα ζητάει από τους γονείς ή τα κάνει μόνο του, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ενδέχεται ένα μικρότερο αδερφάκι να τυγχάνει ακόμα αυτής της ιδιαίτερης, σωματικής κυρίως, φροντίδας που και το ίδιο μέχρι πρότινος απολάμβανε. Είναι λοιπόν σαφές, ότι πολλές φορές οι αντιστάσεις ενός παιδιού στη χρήση της τουαλέτας μπορεί να συνδέονται περισσότερο με το στάδιο ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης που διανύει και λιγότερο με αυτή καθαυτή την «τεχνική» που χρησιμοποιείται για την εκμάθησή της.
Ας μην ξεχνάμε, ότι πέρα από τα θέματα αυτονόμησης και αποχωρισμού του δεύτερου χρόνου της ζωής, γύρω στους δεκαοχτώ μήνες το παιδί αρχίζει να κατανοεί την έννοια των απορριμμάτων και των πολύτιμων πραγμάτων.
Αρχίζει να διαφοροποιεί τα αντικείμενα ανάμεσα σε αυτά που πετάμε από αυτά που έχουν αξία και κρατάμε.
Αυτή η διαφοροποίηση συμπίπτει χρονικά με την περίοδο που οι γονείς συνήθως αρχίζουν τις προσπάθειες για την εκμάθηση της τουαλέτας με αποτέλεσμα να αναδύονται δύο σημαντικά εμπόδια που δυσκολεύουν την όλη διαδικασία.
1) Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία δεν έχουν αναπτύξει ακόμα την έννοια της «αηδίας» και δεν θεωρούν ότι τα κόπρανα είναι κάτι το δυσάρεστο που θα πρέπει να πεταχτεί.
“Νοιώθουν μια ευχάριστη διέγερση στο σώμα τους κατά την απέκκριση και τα κόπρανα … θεωρούνται κάτι καλό, μάλιστα καλό για να φαγωθούν και για να πασαλειφτούν οι τοίχοι”, σταδιακά αναπτύσσονται πιο πολιτισμένα αισθήματα, αργά ή γρήγορα εμφανίζεται η αηδία και εντελώς ξαφνικά, εκεί που το παιδί έτρωγε σαπούνι και έπινε νερό του μπάνιου, γίνεται σεμνότυφο και αποστρέφεται οποιοδήποτε φαγητό μοιάζει με εκκρίματα που (λίγες μέρες πριν), έπιανε με τα χέρια του και τα έβαζε στο στόμα του
2) Τα δύο έτη είναι για τα παιδιά η εποχή του «όχι». Εάν δεν θέλει να κάνει κάτι, πολύ απλά δεν το κάνει, ιδίως εάν έχει δημοκρατικούς γονείς οι οποίοι (ορθώς) επιλέγουν να μην εφαρμόσουν βίαιες μεθόδους για να του επιβληθούν.
Άρα, ο σκοπός των γονέων είναι να καθοδηγήσουν το παιδί προς το στόχο που οι ίδιοι έχουν θέσει γιατί τον θεωρούν χρήσιμο για τη μελλοντική κοινωνική του ένταξη, σεβόμενοι όμως τις ανάγκες και τους ρυθμούς του, αντιμετωπίζοντάς το δηλαδή, ως ένα υποκείμενο διαφορετικό από τους ίδιους και όχι ως ένα «κατοικίδιο» που θα πρέπει να εκπαιδεύσουν.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, οι γονείς κατά την προσπάθεια για την αφαίρεση της πάνας και έχοντας υπόψιν την ψυχοκινητική ανάπτυξη του παιδιού τους, να συμμετέχουν ενεργά στην όλη διαδικασία με υπομονή σεβόμενοι τους ρυθμούς ανάπτυξης του παιδιού τους.
Απο την στήλη υπέρ υγείας ΕΦΗΜΕΡΊΔΑ ΝΈΑ ΚΑΣΤΌΡΙΑ