Ο νέος κατώτατος µισθός θα είναι ενιαίος για όλους, χωρίς ηλικιακές διακρίσεις
Κομβικός µήνας για την εξέλιξη της διαδικασίας αύξησης του κατώτατου µισθού είναι ο ∆εκέµβριος, καθώς το αργότερο έως το τέλος του έτους πρέπει να ολοκληρωθεί το Σχέδιο Πορίσµατος ∆ιαβούλευσης σχετικά µε τις δυνατότητες προσαρµογής του βασικού µισθού.
Μέχρι τις 31 ∆εκεµβρίου το πόρισµα παραδίδεται στην υπουργό Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, ώστε εκείνη να εισηγηθεί τον νέο βασικό µισθό στο Υπουργικό Συµβούλιο το δεύτερο δεκαπενθήµερο του Ιανουαρίου.
Το πόρισµα -το οποίο δεν είναι δεσµευτικό, καθώς η πρόταση προς το Υπουργικό µπορεί να αποκλίνει από τα συµπεράσµατά του- καταρτίζεται από πέντε εµπειρογνώµονες και καταγράφει τις προτάσεις των κοινωνικών εταίρων, ενώ εµπεριέχει και τεκµηρίωση ως προς την κατάσταση της ελληνικής οικονοµίας, της αγοράς εργασίας και τους παράγοντες που επιδρούν στον καθορισµό του προτεινόµενου κατώτατου µισθού και ηµεροµισθίου.
Σύµφωνα µε πληροφορίες, το εύρος των εισηγήσεων που βρίσκονται στο τραπέζι για το ποσοστό της επικείµενης αύξησης στον κατώτατο των 586 ευρώ φτάνει έως και το 10%, πράγµα που σηµαίνει αύξηση έως 58 ευρώ τον µήνα.
Η εξίσωση δεν είναι εύκολη, καθώς η µεταβολή του βασικού µισθού αγγίζει: ανεργία και απασχόληση, ανταγωνιστικότητα, εισοδηµατική ανισότητα, επίπτωση στο ΑΕΠ και στην αγοραστική δύναµη κ.ά. Σηµαντική, άλλωστε, παράµετρος είναι και το γεγονός πως ο κατώτατος µισθός ως µονάδα αναφοράς επηρεάζει µια µεγάλη σειρά από άλλες παροχές, όπως οι µισθοί της µερικής απασχόλησης, ο µέσος µισθός, τα επιδόµατα ανεργίας και πολλά άλλα επιδόµατα και βοηθήµατα που χορηγεί ο ΟΑΕ∆.
Σε κάθε περίπτωση ο νέος κατώτατος µισθός που θα νοµοθετηθεί τον Ιανουάριο για να ισχύσει το 2019 θα είναι ενιαίος για όλους, χωρίς ηλικιακές διακρίσεις, όπως έχει δεσµευθεί η υπουργός Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου. Με τον τρόπο αυτό αναµένεται να καταργηθεί από το 2019 και ο υποκατώτατος µισθός των 510 ευρώ, που ισχύει σήµερα µόνο για τους νέους έως 25 ετών.
Αυτό θα έχει ως συνέπεια οι νέοι να έχουν τη µεγαλύτερη αύξηση από όλους τους µισθωτούς, καθώς θα πάνε κατευθείαν στον νέο αυξηµένο κατώτατο µισθό, καταγράφοντας βελτίωση των εισοδηµάτων τους άνω του 15%-20%.
Στην Πορτογαλία, το µοντέλο της οποίας αντιγράφει εν πολλοίς η Ελλάδα, η κατάργηση του υποκατώτατου µισθού οδήγησε σε µια αύξηση της τάξεως του 50% για το διαθέσιµο εισόδηµα των νέων. Παρ’ όλα αυτά δεν µετρήθηκε στην χώρα της Ιβηρικής αντίστοιχου εύρους ή έστω ισχνότερη αύξηση των απολύσεων των νέων από τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τοµέα.
Στην Ελλάδα το κόστος της απότοµης αύξησης για τους νέους εργαζόµενους αναµένεται να µετριαστεί από το µέτρο της επιδότησης του µη µισθολογικού κόστους. Όπως περιγράφεται στον προϋπολογισµό, θα επιδοτείται το 50% των εργοδοτικών εισφορών για νέους έως 24 ετών -συνολικό κόστος του µέτρου 51 εκατ. ευρώ-, µε στόχο τη βελτίωση της πρόσβασης των νέων στην αγορά εργασίας, τη µείωση της ανεργίας και του ποσοστού των νέων που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας.
Με τον ένα ή τον άλλον τρόπο από την επικείµενη αύξηση του κατώτατου µισθού αναµένεται να επηρεαστούν άµεσα περίπου 400.000 µισθωτοί. Οι 200.000 εξ αυτών αµείβονται σήµερα µε µισθούς 500 έως 600 ευρώ, ενώ άλλοι 200.000 υπολογίζεται πως εργάζονται µε µερική απασχόληση και εισπράττουν µισθό που εξαρτάται από τον κατώτατο ή εµπίπτει στην περιοχή του.
Στη διαδικασία που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη δεν συµµετέχει η ΓΣΕΕ, η οποία υποστηρίζει ότι ο µισθός πρέπει να επανέλθει πρώτα µε νόµο -όπως ακριβώς µειώθηκε το 2012- στα 751 ευρώ και ακολούθως να δοθεί η δυνατότητα διαπραγµάτευσής του.
Στη συζήτηση έχουν παρέµβει έµµεσα και οι ευρωπαϊκοί θεσµοί. Η Κοµισιόν στην πρώτη έκθεση της µεταµνηµονιακής εποπτείας συνέστησε κινήσεις ευθυγραµµισµένες µε την παραγωγικότητα, ώστε να προστατευθεί η ανταγωνιστικότητα της απασχόλησης.
Επιφυλάξεις
Σηµειώνεται πως επιφυλάξεις για την αύξηση του κατώτατου µισθού έχει εκφράσει µέρος των εργοδοτικών οργανώσεων, ζητώντας -ο ΣΕΒ κυρίως- ταυτόχρονη µείωση του ποσοστού των ασφαλιστικών εισφορών.
Οι εργοδότες έχουν προτείνει να µειωθούν κατά µία ποσοστιαία µονάδα οι εισφορές επικούρησης (0,5 για εργοδότες και 0,5 για εργαζοµένους) από 1-1-2019. Σε κάθε περίπτωση όλες οι µεταβλητές -παραγωγικότητα, τιµές, ανταγωνιστικότητα, απασχόληση, ανεργία, εισοδήµατα- έχουν µπει στο τραπέζι των διαβουλεύσεων, καθώς στόχος της κυβέρνησης, όπως έχει περιγραφεί και στο αναπτυξιακό σχέδιο, είναι να προχωρήσει συγκροτηµένα σε µια απολύτως µετρηµένη ως προς τις επιπτώσεις της αύξηση του κατώτατου µισθού.
Στο πλαίσιο αυτό, µελέτες που βρίσκονται στο τραπέζι διαπιστώνουν ότι µια λελογισµένη αύξηση δεν αναµένεται να επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα, ούτε να έχει µεγάλη επίπτωση στην απασχόληση.
Η αύξηση του κατώτατου αναµένεται να συµπαρασύρει και τον µέσο µισθό, µε θετική επίπτωση στη µείωση της µισθολογικής ανισότητας και στα ποσοστά φτώχειας. Μια αύξηση του κατώτατου ενισχύει την αγοραστική δύναµη, αυξάνοντας τη συνολική ζήτηση και ωφελώντας τις επιχειρήσεις, ενώ οδηγεί και σε τόνωση της κατανάλωσης.
Όπως άλλωστε καταλήγουν κάποιες από τις εκθέσεις των επιστηµονικών φορέων, η πολιτική της εσωτερικής υποτίµησης αποδείχθηκε εσφαλµένη.