Ευνοϊκό έδαφος στην ελληνική οικονοµία για αισθητή αύξηση του κατώτατου µισθού ανιχνεύει η επιτροπή «σοφών» που ορίστηκε από τα υπουργεία Εργασίας, Οικονοµικών και Ανάπτυξης για να καταγράψει τις δυνατότητες προσαρµογής του νοµοθετηµένου ελάχιστου µισθού και ηµεροµισθίου.Στο πόρισµα που παρέδωσε στην υπουργό Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου -το οποίο παρουσιάζει σήµερα το «Έθνος της Κυριακής»- η επιτροπή των πέντε εµπειρογνωµόνων καθηγητών προτείνει αύξηση 5%-10%. Οι τεχνοκράτες «κλειδώνουν» την πρότασή τους αυτή µε πέντε ρήτρες, επισηµαίνοντας πως µια αύξηση του κατώτατου που ισχύει σήµερα για τους εργαζοµένους 25 ετών και άνω κατά ποσοστό 5% έως 10% το 2019, µε ισχύ για όλους τους εργαζοµένους της χώρας χωρίς ηλικιακές διαφοροποιήσεις:
∆εν αναµένεται να επιβραδύνει τη συντελούµενη ανάκαµψη της απασχόλησης.
∆εν θα θέσει σε κίνδυνο την ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας.
Μπορεί µέσω της (µικρής) τόνωσης της ζήτησης να επηρεάσει θετικά τις επενδύσεις, οι οποίες, παρά την αυξηµένη κερδοφορία, παραµένουν σε χαµηλά επίπεδα.
Μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των φορολογικών εσόδων και των ασφαλιστικών εισφορών µέσω µείωσης του ποσοστού της καταβαλλόµενης αµοιβής που δίνεται «στο χέρι» και έτσι να αντισταθµίσει οποιαδήποτε αναµενόµενη προσπάθεια εισφοροδια-φυγής µέσω αύξησης της συχνότητας του φαινοµένου της αδήλωτης εργασίας.
Μπορεί να βοηθήσει στην αποπληρωµή των δανείων των υπερχρεωµένων νοικοκυριών και στην αύξηση της ικανότητας χορήγησης δανείων από τις τράπεζες.
Η επιτροπή των ανεξάρτητων εµπειρογνωµόνων κατέληξε στην εισήγηση αυτή έχοντας λάβει υπόψη µια σειρά από πρωτογενή στοιχεία, αναλύσεις και µελέτες, καθώς και πληροφόρηση από διάφορους παράγοντες µε τους οποίους πραγµατοποίησε συναντήσεις.
Αξιολογώντας όλα αυτά τα στοιχεία και τους δείκτες, οι ειδικοί αποφαίνονται ότι το επίπεδο του κατώτατου µισθού και ωροµισθίου στην Ελλάδα είναι χαµηλό τόσο σε ιστορικούς όσο και σε συγκριτικούς όρους.
Η αύξηση του µισθολογικού κόστους για το σύνολο της οικονοµίας που θα προκύψει από µια αύξηση του κατώτατου µισθού είναι 1,88% για αύξηση του κατώτατου κατά 5%, ενώ θα φτάσει στο 2,86% για αύξηση του κατώτατου κατά 10%.
Οι διαφοροποιήσεις του επιπρόσθετου µισθολογικού κόστους ανά κλάδο οικονοµικής δραστηριότητας και κλάση µεγέθους επιχείρησης είναι σχετικά µικρές.
Για παράδειγµα, µια αύξηση του κατώτατου µισθού κατά 10% δηµιουργεί αυξήσεις του µισθολογικού κόστους 1% για επιχειρήσεις µε περισσότερους από 50 εργαζόµενους και 4,7% για επιχειρήσεις µε έως 9 απασχολούµενους, όπως επίσης 1,6% στη µεταποίηση, 3,7% στο χονδρικό και λιανικό εµπόριο και 4,6% στα καταλύµατα και στην εστίαση.
Καταλήγοντας, η επιτροπή τονίζει πως ο κατώτατος µισθός δεν µπορεί από µόνος του να λύσει τα προβλήµατα ζήτησης της ελληνικής οικονοµίας, ούτε να καλύψει ελλείψεις στο ελληνικό σύστηµα κοινωνικής προστασίας. «Σε συνδυασµό µε κατάλληλες αναπτυξιακές, βιοµηχανικές και φορολογικές πολιτικές, µπορεί να είναι ένα ακόµα χρήσιµο εργαλείο, το οποίο θα ενισχύσει το εισόδηµα των χαµηλόµισθων, θα τονώσει τη ζήτηση στο σύνολο της οικονοµίας, θα αυξήσει την προσφορά εργασίας και θα συνδράµει στον µετασχηµατισµό του παραγωγικού µοντέλου, ωθώντας τις επιχειρήσεις, αντί να συµπιέζουν το εργατικό κόστος, να επενδύσουν σε καινοτοµία και στρατηγικές ανταγωνιστικότητας µεγαλύτερης προστιθέµενης αξίας» επισηµαίνουν οι εµπειρογνώµονες.
https://www.irafina.gr/afxisi-