-
Αρχική > Απόψεις > Για να ‘‘ζούμε’’ από τα Ραγκουτσάρια θα πρέπει να ‘‘ζούμε’’ για τα Ραγκουτσάρια (Tου Μουρατίδη Χρήστου)

Για να ‘‘ζούμε’’ από τα Ραγκουτσάρια θα πρέπει να ‘‘ζούμε’’ για τα Ραγκουτσάρια (Tου Μουρατίδη Χρήστου)

Μαζί με τις ορχήστρες που  σίγασαν,  σταμάτησαν και οι όποιες συζητήσεις γίνονται σχετικά με το θεσμό των  Καρναβαλιών/ Ραγκουτσαριών. Εδώ και χρόνια έχει ξεκινήσει μια συζήτηση η οποία  όμως  περιορίζεται μόνο την περίοδο πριν τις εορτές και σβήνει μαζί με τους ήχους των χάλκινων, ενώ θα έπρεπε να μας απασχολήσει περισσότερο.

Η αύξηση στον τουρισμό τις τελευταίες δεκαετίες και η ανάγκη για ένα νέο οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης της περιοχής, που δεν θα εξαρτάται αποκλειστικά από τον κλάδο της γουνοποιίας,  έχουν σαν αποτέλεσμα να θέτουν  στο επίκεντρο και  τη συζήτηση  που αφορά την εκμετάλλευση και την εμπορευματοποίηση των εκδηλώσεων του καρναβαλιού.  Θα πρέπει να αποτελούν τα  Ραγκουτσάρια μια ‘’κλειστή’’ εκδήλωση που απευθύνεται  μόνο στους Καστοριανούς και την τοπική κοινωνία;  Ή  θα πρέπει να ενταχθεί σ’ ένα ευρύτερο  οργανωμένο πλαίσιο τουριστικής ανάπτυξη της περιοχής  ώστε να συμβάλουν στη μεγιστοποίηση των κερδών  της τοπικής οικονομίας;

Πολύ εύκολα και απλά κάποιος θα μπορούσε να πει πως το έθιμο αυτό βασίζεται στον αυθορμητισμό των συμμετεχόντων και πως δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους οργάνωση, επομένως ο κόσμος και ο χρόνος θα αποφασίσουν για την τύχη του και την εξέλιξη του.  Μια τέτοια άποψη βρίσκει σύμφωνους όσους υποστηρίζουν πως τα Ραγκουτσάρια είναι μόνο για τους Καστοριανούς και την οδό Μητροπόλεως (όπως παλαιότερα ήταν η  γούνα που έπρεπε να φτάνει μέχρι το φανάρι). Από την άλλη μεριά  όμως υπάρχουν και αυτοί που βλέπουν τα Ραγκουτσάρια ως ένα πολιτιστικό γεγονός που μπορεί να αξιοποιηθεί τουριστικά, να επενδύσει η τοπική κοινωνία επάνω σ’ αυτό τον θεσμό  και να συνδεθεί με την περαιτέρω ανάπτυξη της περιοχής.  Για να συμβεί αυτό όμως  χρειάζεται   να γίνουν  τομές  και οργανωμένες  ενέργειες που θα αναβαθμίσουν τις υπηρεσίες που θα προσφέρουμε στους επισκέπτες, τόσο κατά την διάρκεια του τριημέρου, όσο και πριν από αυτό.  Kάτι τέτοιο όμως θα έχει σαν συνέπεια να δημιουργησεί μια νέα ταυτότητα επάνω στο έθιμο, προσανατολισμένη προς την οικονομική ανάπτυξη του τόπου και  όχι προς την υπεράσπιση της όποιας  παράδοσης.

Βέβαια την έννοια της παράδοσης  μπορεί ο καθένας  να τη χρησιμοποιεί κατά το δοκούν και αγνοώντας ότι  ο πολιτισμός και οι παραδόσεις δεν είναι στατικές στο χρόνο αλλά εξελίσσονται και μεταβάλλονται συνεχώς. Οι  εκδηλώσεις του τριημέρου κάποτε συνέβαλλαν στην κοινωνική συνοχή, στην ανάπτυξη δεσμών μεταξύ των μελών της κοινωνίας, ενίσχυαν τη συλλογική δράση και κοινωνικοποιούσαν τα μέλη της στα ήθη και έθιμα της κοινωνίας, σήμερα ελάχιστες από αυτές τις λειτουργίες συντελούνται.

Οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες δεν είναι οι ίδιες με το παρελθόν , ούτε τα Ραγκουτσάρια είναι η μόνη αφορμή για διασκέδαση και γλέντι.  Με τα χρόνια αυτοί που δεν συμμετέχουν γίνονται όλο και περισσότεροι, για ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού οι μέρες εκείνες είναι εργάσιμες (πάντα ήταν, όμως έχουν αλλάξει οι μορφές απασχόλησης και γενικά η οικονομία της περιοχής. Για παράδειγμα κάποτε τα γουναράδικα συμμετείχαν ενεργά στο έθιμο,  ενώ εντός των επιχειρήσεων ράβονταν ακόμα και οι στολές. Σήμερα οι περισσότερες βιοτεχνίες δουλεύουν κανονικά τις ημέρες εκείνες.)  με αποτέλεσμα να αποκόπτονται σταδιακά από το έθιμο, ενώ  για κάποιους άλλους τα Ραγκουτσάρια είναι αφορμή για βραδινή έξοδο, αντιμετωπίζονται ως  προϊόν  ή ως μια υπηρεσία   την οποία καταναλώνουν ως πελάτες  και όχι ως ενεργοί δρώντες που διαμορφώνουν το έθιμο,  αλλά  και ο πολυθρύλητος  ‘’αυθορμητισμός’’ σήμερα είναι επιδοτούμενος.

Το Ντολτσό που ήταν το κέντρο των εκδηλώσεων την τελευταία ημέρα, όπου όλος ο κόσμος γλεντούσε μαζί, σήμερα απαξιώνεται από τους συμμετέχοντες. Όλα αυτά και ακόμα περισσότερα, μπορεί ο καθένας να εντάξει στα παραπάνω, που καταδεικνύουν πως με τα χρόνια το καρναβάλι χάνει τα όποια παραδοσιακά του χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν με τη συλλογικότητά του και σταδιακά αποκόπτεται από τον κοινωνικό ιστό της πόλης. Σαφώς και υπάρχουν εξαιρέσεις, τόσο στις παρέες, όσο κυρίως στους Συλλόγους που προσπαθούν να κρατήσουν κάποια στοιχεία όχι μόνο κατά την διάρκεια των Ραγκουτσαριών, αλλά ολόκληρου του Δωδεκαημέρου, ώστε να μην χαθούν από τη  συλλογική μνήμη.

Σήμερα όμως ούτε ‘’ζούμε’’ από τα Ραγκουτσάρια, ούτε ’ζούμε’’ για τα Ραγκουτσάρια. Αν και ως τόπος χρειαζόμαστε και τα δυο. Πρωτίστως  όμως θα πρέπει οι εκδηλώσεις  αυτές να επανασυνδεθούν με την κοινωνία της Καστοριάς,  να αποτελέσουν σημείο αναφοράς για τους ίδιους τους κατοίκους της, να λειτουργήσουν  ως ένας  άτυπος θεσμός κοινωνικοποίησης και ενίσχυσης της συλλογικής δράσης που θα αυξήσει  την  εμπιστοσύνη και τη συνεργασία μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Να αποτελέσουν το πολιτισμικό και κοινωνικό κεφάλαιο που θα λειτουργήσει ως συμπαγές υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα  χτιστεί και η τουριστική ανάπτυξη.

Tου Μουρατίδη Χρήστου

 

Από την εφημερίδα ‘’Νέα Καστοριά’’

 

 

Top
Enable Notifications OK No thanks