Αύριο το μεσημέρι , μια συγκυριακή κυβερνητική πλειοψηφία, χωρίς την απαραίτητη εθνική συνεννόηση και λαϊκή νομιμοποίηση που απαιτεί ένα τόσο σοβαρό ζήτημα,
, ικανοποιώντας τις επιθυμίες και τους σχεδιασμούς του ξένου παράγοντα, νομιμοποιεί, με την σφραγίδα πλέον της Ελλάδας, το πολιτικό δημιούργημα του Τίτο του 1943 που έγινε για δύο λόγους:
- Να αποσπάσει τον Βουλγαρόφωνο και Βουλγαρόφιλο τότε λαό της νότιας Σερβίας από την επιρροή των Βουλγάρων, που με την άδεια των Γερμανών, είχαν πάρει, υπό τον έλεγχο τουςτη συγκεκριμένηπεριοχή.
- Να εντάξει την περιοχή αυτή, ως ξεχωριστό ομόσπονδο κράτος με νέαδιαφοροποιημένα από τα ισχύοντα εθνολογικά και γλωσσικά χαρακτηριστικά, στην νέα Γιουγκοσλαβική ομοσπονδία που σχεδίαζε μεταπολεμικά.
Νομιμοποιεί επίσης, το εθνικό αφήγημα των γειτόνων που δημιουργήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 1943 με μια απλή πολιτική απόφαση, κόντρα στην ιστορία, την πραγματικότητα και την λογική, με το οποίο όμως μεγάλωσαν και γαλουχήθηκαν τρείς δικές τους γενεές και ‘’ζυμώθηκε’’ ολόκληρη η διεθνής κοινότητα, στα πλαίσια μιας ιστορικής πλάνης.
Η ψήφος τους δεσμεύει τον ελληνισμό ‘’εις τον αιώνα τον άπαντα’’ να δέχεται ως ‘’Μακεδόνες’’ που ομιλούν την ‘’Μακεδονική γλώσσα’’ τους συμπαθείς κατοίκους του πολυεθνικού γειτονικού κράτους, οι οποίοι από το 1945 και μετά,αγνοώντας, ίσως περιφρονώντας τη δική τους σλαβική καταγωγή, γλώσσα και ιστορία, ‘’δανείστηκαν’’ τον γεωγραφικό επιθετικό προσδιορισμό των εθνοτήτων που ζούσαν στα όρια της ιστορικής ελληνικής Μακεδονίας (Έλληνες, Βούλγαροι, Οθωμανοί, Σέρβοι, Αλβανοί κλπ)και τον μετέτρεψαν σε εθνοτικό, δημιουργώντας μια νέα ξεχωριστή, ανύπαρκτη έως τότε ‘’Μακεδονική εθνότητα’’, για να μπορέσουν να επιβιώσουν ως διακριτή πολιτική και κρατική οντότητα.
Η θετική ψήφος στη σημερινή συμφωνία δημιουργεί τετελεσμένα που δύσκολα ανατρέπονται.
Τακτοποιεί μια δική τους εκκρεμότητα που την ανέμεναν 75 χρόνια, χωρίς να αντιμετωπίζει το πρόβλημα του λεγόμενου Μακεδονικού αλυτρωτισμού που θα συνεχίσει να υφίσταται.
Γιαυτό οφείλουν όλοι να αφήσουν στην άκρη τις ιδεολογικές αγκυλώσεις και τους μικροκομματικούς υπολογισμούς, να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, να συνεννοηθούν μεταξύ τους και να πετύχουν έναν αναγκαίο ιστορικό συμβιβασμό που θα σέβεται την πραγματική ιστορία των δύο λαών και δεν θα θίγει τα εθνικά συναισθήματα και τον πατριωτισμό των Ελλήνων.
Σε διαφορετική περίπτωση αύριο οι γείτονες θα πανηγυρίζουν μια νίκη και οι Έλληνες θα μετρούν μια ακόμη εθνική ήττα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΣΛΙΟΠΟΥΛΟΣ