Άρθρο της Υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ολυμπίας Τελιγιορίδου στην εφημερίδα «Νέα Σελίδα»
πρωτογενής τομέας της οικονομίας αποτελεί πεδίο άμεσης προτεραιότητας για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας στη νέα εποχή, μετά τη λήξη των μνημονίων. Σήμερα γίνεται μεγάλη προσπάθεια να προχωρήσουμε μπροστά, αφήνοντας πίσω τα λάθη και τις στρεβλώσεις του παρελθόντος που οδήγησαν στη διάλυση της ΑΤΕ, στην υποβάθμιση του συνεταιριστικού κινήματος και στην αδυναμία, κατ’ επέκταση, της αγροτικής παραγωγής να είναι βιώσιμη, ανταγωνιστική και εξωστρεφής.
Είναι σαφές ότι οι πολιτικές για τον αγροτικό τομέα, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο, έχουν προτάγματα όπως η διατροφική επάρκεια, η ασφαλής διατροφή, η παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, η προστασία του περιβάλλοντος και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Σε αυτό το περιβάλλον οφείλουμε να αντιστρέψουμε τη μέχρι τώρα κατάσταση και να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας.
Βασικό σημείο εκκίνησης είναι μια σειρά από μέτρα στήριξης του εισοδήματος που έχουμε ήδη πάρει, όπως είναι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά το ένα τρίτο, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος των συνεταιρισμένων αγροτών και των συνεταιρισμών, το ακατάσχετο των λογαριασμών συνολικά μέχρι το ποσό των 22.000 ευρώ, η προσπάθεια για τη μείωση του κόστους παραγωγής μέσω της μείωσης της τιμής των λιπασμάτων και των φαρμάκων, η μείωση του ενεργειακού κόστους και μια σειρά από ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (de minimis) ύψους 60 εκατ. ευρώ σε προϊόντα όπως το γάλα, τα ροδάκινα και ο καπνός.
Πρόσφατα αναλάβαμε μια σειρά από πρωτοβουλίες, όπως η επίλυση του ζητήματος των εργατών γης και η εισαγωγή της φέτας και της γραβιέρας ΠΟΠ στο πρόγραμμα για τα σχολικά γεύματα. Επιπρόσθετα, προχωράμε στη χρηματοδότηση των κτηνιατρικών εργαστηρίων και των κέντρων γενετικής βελτίωσης, στην ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών και στον προγραμματισμό της πρόσληψης προσωπικού για τη στελέχωση των υπηρεσιών.
Η προσπάθεια που καταβάλλουμε βασίζεται στην εξασφάλιση και την ανάπτυξη της απασχόλησης, στην αντιμετώπιση προβλημάτων όπως οι ελληνοποιήσεις -μέσω της συστηματοποίησης των ελέγχων και της αύξησης των προστίμων-, η εκπαίδευση των αγροτών, η υλοποίηση των διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης και η αξιοποίηση της ευφυούς γεωργίας. Παράλληλα, ενεργοποιούμε χρηματοδοτικά εργαλεία για τη χορήγηση μικροπιστώσεων, ενώ ταυτόχρονα προχωρά η ίδρυση Αναπτυξιακής Τράπεζας, που μπορεί να βοηθήσει στη ρευστότητα των αγροτικών επιχειρήσεων.
Για την αποτελεσματική έκβαση της προσπάθειάς μας απαιτείται η συνεργασία ανάμεσα σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και κυρίως η συνεννόηση με την παραγωγική βάση, τους γεωργούς, τους κτηνοτρόφους και τους αλιείς, τους ανθρώπους του μόχθου και της εργασίας, η θωράκιση των οποίων μπορεί να ισχυροποιηθεί μέσω του συνεργατισμού και της κοινής οργανωμένης προσπάθειας.
Εν κατακλείδι, η πολιτική μας στοχεύει στη δημιουργία προϊόντων ποιότητας και ταυτότητας, σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, στην εκπαίδευση, στην καινοτομία και στην αειφορία. Η όποια στρατηγική για τον πρωτογενή τομέα και οι όποιες πολιτικές δεν θα έχουν όμως αποτέλεσμα, αν στο επίκεντρο δεν βρίσκεται ο ίδιος ο αγρότης. Και εκεί ακριβώς είναι, εκτός όλων των άλλων, διαφορετική η δική μας πρόταση.
Η αξιοπρέπεια του αγρότη αποτελεί το πρώτο μας μέλημα. Αυτό που πολλοί στο παρελθόν αγνόησαν ή δεν κατάλαβαν για τον αγροτικό κόσμο και τον ταπείνωσαν με τις πολιτικές και τις πρακτικές τους. Εμείς ξεδιπλώνουμε τον νέο στρατηγικό σχεδιασμό για τον αγροτικό τομέα, έχοντας στο επίκεντρο την αξιοπρέπεια του αγρότη. Αν θέλουμε να πετύχουμε ως χώρα, οφείλουμε να τη διαφυλάξουμε και να τη στηρίξουμε.