• Ενας μεγάλος καυγάς εκτυλίσσεται τώρα τελευταία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μια κοινωνική διαμάχη στην οποία ο πληθυσμός της Καστοριάς συμμετέχει αναφανδόν, διαμοιρασμένος σε δυο διακριτές και πολύ μαχητικές παρατάξεις.
• Από την μία πλευρά βρίσκονται οι ‘αναθεωρησάκηδες’, αυτοί δηλαδή που διατείνονται, σε όλους τους τόνους, πως τάχα επιθυμούν μια αναβάθμιση της ‘κοινωνικότητας’, μια σύσφιξη των ανθρωπίνων σχέσεων, μια ‘τουριστικοποίηση’, οικονομική αναζωογόνηση και ‘πρόοδο’ της πόλης μέσα από γλετζέδικες δραστηριότητες και εκδηλώσεις …
• Από την άλλη πλευρά συνασπίζονται οι ‘συντηρητικούρες’ αυτοί δηλαδή που υποτίθεται πως πρεσβεύουν την αδράνεια, την ύπνωση, την χαύνωση – την ησυχία τους εν πάσει περιπτώσει- την τάξη και ασφάλεια και συλλήβδην την οπισθοδρόμηση.
• Οι ‘αναθεωρησάκηδες’ προκρίνουν κάθε εκδήλωση και δραστηριότητα που ανάβει τα αίματα, που ξεσηκώνει τα πνεύματα, που προσελκύει κόσμο, αυξάνει την κατανάλωση και γενικά επιτρέπει στους ανθρώπους να ‘ξεδίνουν’.
• Οι ‘συντηρητικούρες’ υποτίθενται πως εχθρεύονται τους ‘αναθεωρησάκηδες’ επειδή τους χαλούν τη ζαχαρένια τους, επειδή ρέπουν ξεκάθαρα προς το χοντρό νταβαντούρι τη φασαρία και το πατιρντί, επειδή μπλοκάρουν τις τροχαίες τους μετακινήσεις και επιβαρύνουν γενικά με διάφορους τρόπους τις ανοχές του φυσικού περιβάλλοντος και της πόλης.
• Οι ‘αναθεωρησάκηδες’ χαρακτηρίζουν τους ‘συντηρητικούρες’ σαν ‘εχθρούς της πόλης’, σαν υπεύθυνους της φτώχειας, της φυγής, της εγκατάλειψης και του δημογραφικού της προβλήματος. Τους κατηγορούν ότι δεν θέλουν να αφήσουν τους νέους ανθρώπους ελεύθερους να κινηθούν, να ζωντανέψουν, να χορέψουν, να φωνάξουν, να τραγουδήσουν, να ξεδώσουν και μ’ αυτόν τον τρόπο να προσελκύσουν όμοιους τους απ’ όλη την χώρα οι οποίοι ερχόμενοι θα κάνουν και αυτοί με την σειρά τους κέφι, θα το ρίξουν στη σπατάλη κι όλοι μαζί θα μας κάνουν πλούσιους (πιθανότατα αγοράζοντας περισσότερα κασόνια μπύρες από το Lidl…)
• Οι ‘συντηρητικούρες’ από την άλλη πλευρά είναι πιο μουλωχτοί τύποι, οι περισσότεροι από αυτούς τελούν στην ομοταξία Homo noikokyreous. Χτυπούν έμμεσα, με σκακιστικές τακτικές, κουνώντας άλλα πιόνια για την ικανοποίηση των προσωπικών τους στόχων. Συνήθως, περιμένουν να φουντώσει κάπου το κέφι, να προχωρήσουν οι ώρες της νύχτας και κει -απάνω στην πιο γλυκιά κορύφωση- τσουπ! τηλεφωνούν οι άθλιοι και ξαποστέλουν την αστυνομία να διαβάσει στους διοργανωτές περικοπές από τον Αστικό κώδικα και να κόψει κάθε όρεξη για συνέχεια της βραδιάς υπό τις απειλές αυτοφώρου.
• Κι όταν συμβεί αυτό, και η βραδιά ξεψυχήσει, η πλευρά των των ‘αναθεωρησάκηδων’ καταφεύγει την επομένη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σουρει στους κακούς κι ανάποδους ‘συντηρητικούρες’ τα εξ αμάξης.
• Πρόκειται για ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται σταθερά το τελευταίο διάστημα και πέρα από το ότι διχάζει τον πληθυσμό και δημιουργεί άνευ λόγου αντιπαλότητες, δυναμιτίζει και και τις όποιες ορθές προοπτικές προόδου και ανάπτυξης διαθέτει αυτός ο τόπος
. • Οι οποίες -ως συνήθως- δεν προκρίνονται ποτέ ως ακραίες, παρά οφείλουν να ακολουθήσουν έναν μέσο όρο. Έναν συμβιβαστικό δρόμο.
• Από την μια οι ‘αναθεωρησάκηδες’ οφείλουν να συνειδητοποιήσουν πως όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι. Δεν έχουν ίδιο χαρακτήρα, ίδιες κοινωνικές αρχές ίδια πρότυπα διασκέδασης και, εν πάσει περιπτώσει, εκεί όπου υπάρχει μεγάλο πάστωμα ανθρώπων, σαν κι αυτό που κυριαρχεί στις πόλεις, ο μόνος τρόπος συμβίωσης είναι ο καθένας να ανέχεται τις ιδιοτροπίες και τα δικαιώματα του άλλου. Σε όλες τις κοινωνίες , σε όλες τις εποχές, όλοι οι νόμοι φτιάχτηκαν για αυτόν ακριβώς τον λόγο: Για να προλαμβάνουν τους ανθρώπους από το να ασυδοτούν, να καταπατά ο ένας τα δικαιώματα του άλλου, να την σπάει ο κάθε Μήτσος στον κάθε Θανασούλα
• Από την άλλη πλευρά οι ‘συντηρητικούρες’ οφείλουν να παραδεχθούν ότι η Καστοριά δεν μπορεί να διεκδικήσει στα σοβαρά ευκαιρίες ανάπτυξης και τουριστικής διεξόδου παραμένοντας εσαεί μια πόλη διαμορφωμένη να φυλάσσει την ησυχία των μωρών και των παππούδων. Χρειάζεται κάπου -κάπου και μια μικρή δόση φουρνέλων στα έγκατα της, έτσι για να στρέψει ο γύρω, μεγάλος, κόσμος το ενδιαφέρον του σε αυτήν και να αρχίσει να έρχεται προς τα εδώ, νάρχονται άνθρωποι πρόθυμοι να κάνουν ΚΑΤΙ μαζί μας.
• Να θέλουν απλώς να κοιμηθούν μαζί μας, μάλλον αποκλείεται…
• Το πιθανότερο είναι πως θα θέλουν να κάνουν πράγματα συναρπαστικά, να κινηθούν, να δουν, να φάνε και να πιούν, να γελάσουν (κι άμα ξεκαρδιστούν, ακόμα καλύτερα!) να φέρουν ρε αδελφέ και κάπου καμιά γυροβολιά και να καταλήξουνε στο τέλος ‘μωρέ σαν καλά είναι εδώ, θα το πω σε άλλους και θα φροντίσω κι ο ίδιος να ξανάρθω’
. • Οι ένθεν και οι κακείθεν θα πρέπει να βρουν έναν τόπο συνεννόησης. Ένα κοινό modus vivendi. Μόνο έτσι μπορεί ο τόπος αυτός να πάει μπροστά και να σταματήσει να τρώει την ουρά του.