Στα συνολικά €136,7 εκατομμύρια ανήλθε το κόστος για το κράτος από την μισθοδοσία εφημεριακού κλήρου της υπαίθρου την οποία κατέβαλε από το 1983 μέχρι σήμερα, έναντι ακίνητης ιδιοκτησίας
που έδωσε ως αντιπαροχή η Ιερά Αρχιεπισκοπή και η αγοραία αξία της οποίας ανέρχεται στο ποσό των €34,5 εκατομμυρίων με τιμές 1η Ιανουαρίου του 2018 και αφορά ακίνητα που βρίσκονται στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας.
Αυτό αναφέρθηκε από την Γενική Λογίστρια της Δημοκρατίας Ρέα Γεωργίου κατά τη σημερινή συνεδρία της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής η οποία αποφάσισε στην επόμενη συνεδρία της να καλέσει τον Υπουργό Οικονομικών Χάρη Γεωργιάδη ο οποίος επικαιροποίησε τη συμφωνία του κράτους με την Ιερά Αρχιεπισκοπή, η οποία στη συνέχεια εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Η Επιτροπή συνέχισε σήμερα, για τρίτη συνεχόμενη συνεδρία, τη συζήτηση νομοσχεδίου σε σχέση με την επικαιροποίηση της συμφωνίας που έγινε τον Φεβρουάριο του 1971 μεταξύ της Δημοκρατίας και της Εκκλησίας της Κύπρου με βάση απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου την 11η Φεβρουαρίου του 1971 για επιχορήγηση της μισθοδοσίας του εφημεριακού κλήρου της ορθόδοξης εκκλησίας της Κύπρου με μηνιαίο ποσό που αντιστοιχεί στο ένα δεύτερο της μισθοδοσίας των πρωτοδιόριστων δημοδιδασκάλων.
Αναφορικά με την πραγματοποιηθείσα δαπάνη κρατικής αρωγής εφημεριακού κλήρου από €341.720 λίρες που ανερχόταν το κόστος επιχορήγησης το 1971 ανήλθε το 1983, σύμφωνα με στοιχεία που κατέθεσε η Γενική Λογίστρια, στα €1.357.246 για να φθάσει το 1994 στα €2,60 εκ. Το 2005 ανήλθε στα €4,35 εκ. για 614 ορθόδοξους ιερείς και για 20 ιερείς άλλων θρησκευτικών ομάδων για να φθάσει το 2019 στα €6,25 εκ. για 722 ορθόδοξους ιερείς και για 25 ιερείς άλλων θρησκευτικών ομάδων.
Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία που κατέθεσε στην Επιτροπή η Γενική Λογίστρια, σε σχέση με τους υπολογισμούς για τα επόμενα δέκα έτη της δαπάνης για τους ιερείς της ορθόδοξης εκκλησίας με βάση το μηνιαίο ποσό που ισχύει σήμερα, το κόστος επιχορήγησης των μισθών των ιερέων θα ανέλθει το 2020 στα €6,73 εκ. για 760 ιερείς, το 2021, 2022 και 2023 στα €7,09 εκ. έκαστο έτος για 800 ιερείς, το 2024 στα €7,53 εκ. για 850 ιερείς για να φθάσει το 2029 στα €7,68 εκ. για 867 ιερείς. Συνολικά για την δεκαετία η συνολική αύξηση της επιχορήγησης που δίδει το κράτος θα ανέλθει στα €949.567.
Σύμφωνα με επιστολή που απέστειλε το Κτηματολόγιο στην Επιτροπή και στην οποία επισυνάπτεται κατάλογος των τεμαχίων που έδωσε ως αντιπαροχή η Ιερά Αρχιεπισκοπή, η συνολική αξία των τεμαχίων που έχουν εγγραφεί επ΄ ονόματι της Δημοκρατίας ανέρχεται στο ποσό των €17.632.300 σε τιμές 1η Ιανουαρίου του 2018, ενώ η αξία των ακινήτων που εκκρεμεί η εγγραφή τους επ΄ ονόματι της Δημοκρατίας ανέρχεται στα €16.845.800.
Ο Διευθυντής του Ελεγκτικού Τμήματος της Εκκλησίας της Κύπρου Ιωάννης Χαριλάου είπε ότι την διαχείριση των ακινήτων αυτών την έκανε το κράτος από την πρώτη ημέρα της συμφωνίας και πρόσθεσε ότι “ο Αρχιεπίσκοπος και τα μέλη της Ιεράς Συνόδου οποιαδήποτε συμφωνία την κάνει με την εκάστοτε Κυβέρνηση και δεν περιέχει καθόλου το στίγμα της διαπλοκής”.
Σε δηλώσεις μετά τη συνεδρία της Επιτροπής, ο Πρόεδρος της Άγγελος Βότσης είπε ότι η Επιτροπή αποφάσισε ότι θα συνεχίσει τη συζήτηση του θέματος στην επόμενη συνεδρία της και θα ζητήσει να είναι παρόν και ο Υπουργός Οικονομικών «για να μπορέσουν τα μέλη της Επιτροπής να ολοκληρώσουν την εικόνα που έχουν στον μυαλό τους για αυτό το νομοσχέδιο».
«Υπάρχουν προβληματισμοί από όλες τις πλευρές σε σχέση με τα θέματα που τίθεται στην συμφωνία του 1971», ανέφερε, προσθέτοντας ότι υπάρχουν και απόψεις για εκσυγχρονισμό αυτής της συμφωνία και «για μια πιο περιοριστική εξέλιξη αυτής της συμφωνίας».
Ο κ. Βότσης είπε ότι «η Κυβέρνηση θεωρεί πως περιορίζει με αυτό τον τρόπο το μέχρι σήμερα την ανεξέλεγκτη πορεία της αύξησης των ιερέων», προσθέτοντας ότι «υπήρξαν προβληματισμοί σε σχέση με τον ορισμό της υπαίθρου και το κόστος και το ύψος της ακίνητης ιδιοκτησίας η οποία είναι στις ελεύθερες περιοχές η αξία της οποίας είναι πολύ μικρότερη από τα χρήματα που έχουν δοθεί μέχρι σήμερα».
Είπε ακόμη ότι η εκκλησία απάντησε «πως θα μπορούσε όλα αυτά τα χρόνια το κράτος να αξιοποιεί αυτή την περιουσία και να έχει αντίστοιχα έσοδα», προσθέτοντας ότι το κράτος σε ορισμένες περιπτώσεις έχει αξιοποιηθεί η περιουσία όπως την περίπτωση που δόθηκε με μίσθωση σε κοινοτικό συμβούλιο.
Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ Στέφανος Στεφάνου είπε ότι θα έπρεπε σήμερα το κράτος αλλά και η εκκλησία να μας φέρουν απαντήσεις που είχαμε θέσει την προηγούμενη φορά, προσθέτοντας ότι «πολλά από τα ερωτήματα της προηγούμενης εβδομάδας δεν έχουν απαντηθεί ή δεν έχουν απαντηθεί επαρκώς και με τις απαντήσεις που έχουν δοθεί κάποιες εξ αυτών αναίρεσαν τοποθετήσεις που έγιναν την προηγούμενη φορά».
Γεγονός, συνέχισε, «που μας έχει προκαλέσει εύλογα ερωτηματικά αναφορικά με το τι υπάρχει πίσω από το νομοσχέδιο που έχει έρθει ως αποτέλεσμα συμφωνίας του κράτους με την εκκλησία και τι ενδεχομένως έχει συμφωνηθεί μεταξύ κράτους και εκκλησίας».
Ανέφερε ότι μέχρι τώρα είχαμε μια συμφωνία, με το νομοσχέδιο θα έχουμε μια δέσμευση του κράτους εσαεί και πρόσθεσε ότι από το 1971 μέχρι σήμερα το κράτος έχει πληρώσει πέραν των €140 εκ. ενώ η εκτιμημένη αξία στις ελεύθερες περιοχές είναι περίπου €35 εκ.
Ο κ. Στεφάνου διερωτήθηκε πως αυτό το γεγονός αποτελεί συμφέρουσα συμφωνία για το κράτος και πρόσθεσε ότι στις επανειλημμένες ερωτήσεις του ΑΚΕΛ «για το ποια είναι η ανάγκη να συνεχιστεί αυτή η πρακτική από την στιγμή που ο βασικός λόγος που είχε γίνει η συμφωνία το 1971 πλέον έχει εκλείψει, δηλαδή η έλλειψη ρευστότητας από μέρους της Εκκλησίας, ούτε σε αυτό έχουμε πάρει απάντηση».
Κληθείς να πει αν το ΑΚΕΛ εντός της συνεδρίας αναφέρθηκε σε οικονομική διαπλοκή κράτους με εκκλησία, ο κ. Στεφάνου είπε ότι δεν μίλησαν για οικονομική διαπλοκή, αλλά «μιλήσαμε γενικά για το τι υπάρχει πίσω από αυτή την συμφωνία από την στιγμή που ενώ επίμονα ερωτούμε δεν μας απαντούν σε συγκεκριμένες ερωτήσεις» ή οι απαντήσεις τους δεν είναι επί της ουσίας.
Ανέφερε ότι από την στιγμή που κάποιος δεν παίρνει πειστικές απαντήσεις να σκέφτεται ότι εδώ ενδεχομένως να υπάρχει κάτι άλλο ανάμεσα στην Κυβέρνηση και στην Εκκλησία που είναι γνωστό ότι γίνονται αρκετές συμφωνίες, προσθέτοντας ότι στην περίπτωση της Γεροσκήπου «έχουν καταγγελθεί πράγματα και θαύματα από μέρους της Κυβέρνησης για να ικανοποιηθούν οι σχεδιασμοί της Αρχιεπισκοπής στην συγκεκριμένη ανάπτυξη».
Αναφορικά με το σημείο της συμφωνίας για την μισθοδοσία του κλήρου της υπαίθρου, ο κ. Στεφάνου είπε ότι ακόμη ένα ζήτημα που δεν έχει απαντηθεί αφορά το γεγονός ότι τότε η ύπαιθρος θεωρείτο η εκτός των τειχών περιοχή της Λευκωσίας και πρόσθεσε πως τα πράγματα από τότε μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει σημαντικά.
Ανέφερε επίσης ότι το πιο σημαντικό είναι κατά πόσον υπάρχει «η ανάγκη που γέννησε την ανάγκη για συμφωνία», δηλαδή το κατά πόσον η Εκκλησία έχει ανάγκη ρευστότητας για να καλύψει τις μισθολογικές ανάγκες του κλήρου.
Είπε ακόμη ότι η συμφωνία είναι ανοικτού τέλους καθώς μέχρι το 2026 υπάρχουν κάποιες προδιαγραφές σε σχέση με την αύξηση που θα δίδεται από το κράτος στην εκκλησίας και μετά το 2026 θα έχουμε 0,5% αύξηση του αριθμού των κληρικών και πρόσθεσε ότι «γίνεται συμφωνία που θα αποκτήσει την μορφή νόμου και δεν θα έχει τέλος αυτή η ιστορία».
Ανέφερε ότι «έχουμε να κάνουμε με δημόσιο χρήμα και η Βουλή οφείλει να ελέγχει αν η όποια διακίνηση χρήματος γίνεται στην βάση και κανόνων και ελέγχου και λογοδοσίας και χρηστής διαχείρισης δημοσίου χρήματος».
Ο Πρόεδρος του Κινήματος Οικολόγων Συνεργασίας Πολιτών Γιώργος Περδίκης είπε ότι το νομοσχέδιο είναι εκ του περισσού και δεν χρειάζεται, προσθέτοντας ότι αν έχει κάτι να γίνει σε αυτή την συμφωνία είναι η αναθεώρηση και ο εκσυγχρονισμός της.
Ανέφερε ότι η συμφωνία έχει πάρα πολλά κενά και ελλείψεις και δημιουργεί πολλά ερωτήματα και πρόσθεσε ότι μέχρι σήμερα η Κυβέρνηση πληρώνει απευθείας ένα μέρος του μισθού των ιερέων και «δεν είμαστε ικανοποιημένοι με την νομοθετική μεταρρύθμιση που το σύνολο αυτού του ποσού θα αποδίδεται στην Αρχιεπισκοπή για να το διανέμει».
Ανέφερε ότι αυτό του θυμίζει την χορηγία της ΚΟΠ μέσω του ΚΟΑ και μας είπαν, όπως ανέφερε, «ότι δεν μπορείτε να ελέγξετε τις χορηγίες της ΚΟΠ και πρόσθεσε ότι το Κίνημα θα ζητήσει «το ποσό που θα δίδεται στην Αρχιεπισκοπή να είναι υπό τον έλεγχο του Γενικού Ελεγκτή».
Ο κ. Περδίκης είπε ότι αυτά τα τεμάχια στις ελεύθερες περιοχές που υπολογίζεται ότι έχουν αξία γύρω στα €35 εκ. δεν καλύφθουν επ΄ ουδενί τα περίπου €140 εκ. που έχουν δοθεί στους ιερείς και τα άλλα €80 εκ. που υπολογίζεται να δοθούν μέχρι το 2029, προσθέτοντας ότι «η συμφωνία έχει αόριστο τέλος» και «δεν έχει πρόνοια πως θα καλύπτονται από εκεί και πέρα» και κατά πόσον θα είναι με την παραχώρηση περαιτέρω περιουσίας από την Αρχιεπισκοπή.
</p.childnodes.length;d++){var>