Η καταδίκη ενός ανθρώπου σε θάνατο αποτελεί την εσχάτη των ποινών. Και είναι η πιο σκληρή, κάποιοι ίσως, την χαρακτήριζαν και απάνθρωπη, αντίδραση της κοινωνίας έναντι εκείνων, που διαπράττουν κακουργήματα ή οπωσδήποτε πέφτουν σε βαριά ποινικά παραπτώματα.
Το έγκλημα του Λυμπέρη, ήταν το τελευταίο στο οποίο, εφαρμόστηκε η νομοθεσία και εκτελέστηκε η θανατική ποινή.
Τα “σκοτεινά μονοπάτια του εγκλήματος” γυρνάνε 53 χρόνια πίσω, και περιγράφουν την ιστορία του στυγερού εγκλήματος του Βασίλη Λυμπέρη που τον οδήγησε στην εκτέλεσή του και θα γραφτεί στην ιστορία ως ο τελευταίος κατάδικος.
Στις αρχές Μαΐου του 1967 ο Βασίλης Λυμπέρης επισκεπτόταν το Λαϊκό Νοσοκομείο για να δει τον πατέρα του, ο οποίος, είχε υποστεί έμφραγμα.
Στον ίδιο θάλαμο νοσηλευόταν και ο πατέρας της Βασιλικής Μάρκου. Έτσι ο Βασίλης και η Βασιλική γνωρίστηκαν.
Στις 19 Αυγούστου του 1967 αρραβωνιάζονται. Εκείνος τότε 22 ετών και εκείνη 19. Στις 17 Δεκεμβρίου 1967 γίνεται ο γάμος τους.
Οι δύο τους εγκαταστάθηκαν στο σπίτι της Βασιλικής στη Μεταμόρφωση Χαλανδρίου. Σύντομα όμως, άρχισαν οι φιλονικίες, οι διαπληκτισμοί και οι καβγαδες.
Στις 26 Ιουνίου 1969 γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί η Παναγιώτα, ενώ αργότερα γεννήθηκε και ο Γιώργος.
Ενώ η Βασιλική ήταν έγκυος στο δεύτερο παιδί τους, οι τσακωμοί στο οικογενειακό περιβάλλον εντάθηκαν, κυρίως ανάμεσα στο Λυμπέρη και την πεθερά του. Έτσι, εκείνος αποφάσισε να εγκαταλείψει την οικογένειά του και να εγκατασταθεί σε σπίτι στην πλατεία Βάθη στην οδό Σωνιέρου 15, όπου πλέον ζούσε μόνος του.
Τα Χριστούγεννα του 1971, στην οδό Σωνιέρου, ο Λυμπέρης γνωρίστηκε με τρεις νεαρούς που έμεναν στην ίδια πολυκατοικία. Τον 20χρονο Αθανάσιο Σταμάτη, τον 25χρονο Θεόδωρο Καπρέτσο και τον 18χρονο Παύλο Αγγελόπουλο.
Στις 18 Ιανουαρίου του 1972 ειχε ορισθεί να εκδικασθεί το διαζύγιο. Ο ίδιος γνώριζε ότι η γυναίκα του είχε μεγάλη περιουσία και ότι θα ήταν υποχρεωμένος να πληρώσει και διατροφή. Όλα αυτά τον εξοργίζουν και έτσι βάζει μπροστά, το σατανικό του σχέδιο ζητώντας και τη βοήθεια των φίλων του, με την υπόσχεση να τους αγοράσει μια λιμουζίνα με τα χρήματα της γυναίκας του.
Οι τρεις τους, αφού πρώτα έχουν πιει και βρίσκονται υπό την επήρεια του αλκοολ, πηγαίνουν με το αυτοκίνητο, φορτωμένο με τρια μπιτόνια βενζίνη, στο σπίτι όπου ζούσαν η γυναίκα, τα δύο παιδιά και η πεθερά του Λυμπέρη. Το αποτρόπαιο έγκλημα πραγματοποιήθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 5ης Ιανουαρίου 1972.
Ο Βασίλης άνοιξε με τα κλειδιά του και με τον Αγγελόπουλο μπήκαν μέσα κρατώντας τα μπιτόνια της βενζίνης και δύο κουτιά σπίρτα. Ο Θόδωρος Καπρέτσος, φυλούσε τσίλιες.
Ο Λυμπέρης πήγε στο δωμάτιο όπου κοιμόταν η γυναίκα του με την κόρη του αδειάζοντας τη βενζίνη. Η Βασιλική προσπάθησε να τηλεφωνήσει στην αστυνομία και την πυροσβεστική, όμως ο Λυμπέρης με μίσος και μανία την έπιασε από τα μαλλιά και την έριξε στις φλόγες, ενώ παράλληλα καθώς ήταν πεσμένη κάτω, την πατούσε στο στήθος με το πόδι για να μην γλιτώσει, λέγοντας της “τώρα θα τα πληρώσεις όλα…”
Από την άλλη πλευρά ο Παύλος Αγγελόπουλος έβαλε φωτιά στο δωμάτιο της πεθεράς, όπου, κοιμόταν με τον 7 χρονο γιο τους Γιώργο.
Τα δύο παιδιά και η 55χρονη πεθερά του Βασίλη, Αντιγόνη Μάρκου θα πεθάνουν ακαριαία. Η 24χρονη Βασιλική ήταν ακόμη ζωντανή όταν τη βρήκε, ο Αντώνης Στρογγυλούδης, σύζυγος της αδερφής της Βασιλικής . Στο νοσοκομείο, όπου και μεταφέρθηκε εσπευσμένα, λίγο πριν ξεψυχήσει ομολόγησε ότι ο δράστης του αποτρόπαιου εγκλήματος ήταν ο εν διαστάσει σύζυγος της.
Ο προϊστάμενος τότε της ιατροδικαστικής υπηρεσίας Σωκράτης Καψάσκης είπε ” Πρόκειται για το ανατριχιαστικότερο έγκλημα που έγινε ποτέ στην Ελλάδα. Απαισιότερο έγκλημα δεν έχω δει στα 30 χρόνια της σταδιοδρομίας μου ως ιατροδικαστού”.
Οι αρχές θα συλλάβουν τον Λυμπέρη και τους τρεις συνεργούς του. Ο ίδιος τα παραδέχεται όλα. Εξάλλου, τα εγκαύματά του τον πρόδωσαν.
Η δίκη για την υπόθεση Λυμπέρη πραγματοποιήθηκε στο Πενταμελές Εφετείο Αθηνών (Κακουργιοδικείο) στις 5, 6 και 7 Μαΐου 1972.
Στην αγόρευσή του, ο εισαγγελέας είπε, μεταξύ άλλων “(….) Ο εγκληματικός χαρακτήρας του Λυμπέρη που προϋπήρχε, τελειοποιήθηκε με την εγκατάστασή του στην πανσιόν της οδού Σωνιέρου και με τον έρωτά του προς τη Μαρία Γκίκα. Δύο, συνεπώς, είναι τα ελατήρια του Λυμπέρη: να κληρονομήσει τη συζυγό του και να παντρευτεί τη Μαρία. (….) Το έγκλημα διαπράχθηκε εν γνώσει του Λυμπέρη ότι, όλοι βρισκόντουσαν μέσα στο σπίτι. Φρονώ ότι, η προμελέτη του εγκλήματος προέκυψε κατά τρόπο σαφή εκ της ακροαματικής διαδικασίας. (….)Για πρώτη φορά στα εγκληματικά χρονικά της χώρας μας, εμφανίζεται έγκλημα τέτοιων διαστάσεων. Και δεν μπορεί να πάρα να θεωρηθεί απεχθές (…)”.
Το πρωί της 7ης Μαΐου μετά από σύσκεψη 45 λεπτών, το δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση του, με την οποία έκρινε τους κατηγορούμενους ενόχους.
Στο Β. Λυμπέρη, την ποινή “τετράκις εις θάνατον”.
Ο Λυμπέρης είχε ζητήσει να του επιβληθεί η θανατική ποινή για την πράξη του, λέγοντας χαρακτηριστικά:
“Ο κάθε άνθρωπος δημιουργεί κάτι στη ζωή του. Αυτό που δημιούργησα εγώ δεν υπάρχει πλέον. Γιατί να ζω;”
Η εκτέλεση του Βασίλη έγινε τα ξημερώματα της 25ης Αυγούστου 1972 στην περιοχή “Δύο Αοράκια” του Ηρακλείου από 12μελές εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο δράστης του τετραπλού φονικού έπεσε νεκρός από έξι σφαίρες. (Μόνο τα 6 από τα 12 όπλα περιείχαν πυρά για να μη γνωρίζει κάθε στρατιώτης αν από τη δική του σφαίρα σκοτώθηκε ο καταδικασμένος σε θάνατο).
Η εκτέλεση του Λυμπέρη, ήταν η τελευταία εφαρμογή της θανατικης ποινής στην Ελλαδα. Αρκετά χρόνια αργότερα, το Δεκέμβριο του 1993 θα καταργηθεί από την κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου με το Νόμο 2172/1993.
Να σειμειώσουμε ότι, η υπόθεση Λυμπέρη μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο. Στις 25 Σεπτεμβρίου 1972 έγινε η προβολή της ταινίας “Σατανάδες της Νύχτας”. Σκηνοθέτης της ταινίας ήταν ο Μάριος Ρετσίλας ενώ τον Βασίλη Λυμπέρη ενσάρκωσε ο ηθοποιός Γιάννης Κατράνης. Η ταινία έκοψε 56.650 εισιτήρια.
Πηγές: policenet.gr
Protothema.gr
Πάνος Σόμπολος “οι Αστέρες του Εγκληματικού Πανθέου, όπως τους έζησα”, εκδόσεις Πατάκη 2017