Σε μείζον θέμα παγκόσμιας υγείας έχει εξελιχθεί η εξάπλωση του κορωνοϊού και της νόσου Covid-19 που αυτός προκαλεί.
Και παρότι η νόσος αυτή αφορά κυρίως τους πνεύμονες, είναι αρκετά τα καρδιολογικά θέματα που ανακύπτουν και απαιτούν αποσαφήνιση. Στο παρακάτω κείμενο θα διατυπωθούν απόψεις που προκύπτουν από την μέχρι τώρα γνώση σχετικά με τον ιό και από τις τρέχουσες συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO), της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας (ESC) και της Ελληνικής Εταιρείας Καρδιολογίας (ΕΚΕ).
Τα συμπτώματα της λοίμωξης με κορωνοϊό έχουν σχέση με το καρδιαγγειακό σύστημα; Κατά βάση όχι. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, τα συμπτώματα είναι από το αναπνευστικό, ήτοι πυρετός, βήχας (συνήθως ξηρός), ίσως πονόλαιμος στα αρχικά στάδια και ενδεχομένως δύσπνοια σε προχωρημένες περιπτώσεις (που πιθανόν θα χρειαστούν και νοσηλεία). Ωστόσο, και εδώ είναι το δύσκολο σημείο, έχει διαπιστωθεί ότι μπορούν, σε μικρότερο ποσοστό, να υπάρξουν συμπτώματα τύπου θωρακικού βάρους ή πόνου ή αισθήματος παλμών. Είναι απαραίτητο, ο κάθε ασθενής να επικοινωνεί τηλεφωνικά με τον Καρδιολόγο και να μην προσέρχεται στο ιατρείο χωρίς προηγούμενη συνεννόηση, ώστε ο Ιατρός να μπορεί να πάρει το ιστορικό του ασθενούς και να κρίνει αναλόγως αν προεξάρχουν τα συμπτώματα από το αναπνευστικό ή από την καρδιά.
Στους νοσούντες από Covid-19, ο ιός επηρεάζει την καρδιά τους; Όπως σε πολλές άλλες ιώσεις, έτσι και στην περίπτωση του κορωνοϊού, δύναται να προσβληθεί και η καρδιά, κυρίως με τη μορφή μυοκαρδίτιδας (φλεγμονής του μυοκαρδίου), όπου μπορεί να υπάρξει μείωση της ισχύος του καρδιακού μυός και να εμφανιστούν αρρυθμίες, ακόμα και επικίνδυνες για τη ζωή. Η κατάσταση αυτή αναμφίβολα επιβαρύνει την όλη κλινική πορεία του νοσηλευόμενου με covid-19 ασθενούς. Και τελικά, σε ικανό ποσοστό των βαρέως πασχόντων από covid-19, η αιτία θανάτου θα είναι καρδιολογική.
Οι καρδιοπαθείς είναι ευπαθής ομάδα πληθυσμού (άρα με υψηλότερες πιθανότητες να νοσήσει βαρειά από τον κορωνοϊό); Και αν ναι, ποιες καρδιακέςπαθήσεις συγκεκριμένα επιβαρύνουν την πρόγνωση;Η επίσημη οδηγία του υπουργείου (ΑΔΑ: 6237465ΦΥΟ-641) χαρακτηρίζει ευπαθείς τους ακόλουθους ασθενείς: «ηλικία άνω των 70 ετών ή οποιασδήποτε ηλικίας με υποκείμενα σοβαρά χρόνια νοσήματα (καρδιαγγειακά νοσήματα, σακχαρώδης διαβήτης, νοσήματα του αναπνευστικού) και άτομα με ανοσοκαταστολή». Επειδή η λέξη «σοβαρά» επιδέχεται, δυστυχώς, πολλές ερμηνείες, η ΕΚΕ έσπευσε να αποσαφηνίσει(18/3/2020), χαρακτηρίζοντας ευπαθείς τους ασθενείς που πάσχουν από:
- Καρδιακή Ανεπάρκεια (Ισχαιμικής ή μη αιτιολογίας)
- Στεφανιαία Νόσο (Πρόσφατο Οξύ Στεφανιαίο Σύνδρομο ή επέμβαση επαναγγείωσης με αγγειοπλαστική-stent ή αορτοστεφανιαία παράκαμψη τους τελευταίους 12 μήνες)
- Πνευμονική Υπέρταση
- Συγγενείς καρδιοπάθειες μετά από χειρουργική διόρθωση με σημαντική υπολειπόμενη βλάβη ή μη διορθωμένες συγγενείς καρδιοπάθειες.
- Προσθετικές καρδιακές βαλβίδες
- Μυοκαρδιοπάθειες
- Ιστορικό τεκμηριωμένης μυοκαρδίτιδας
- Καναλοπάθειες («ηλεκτρικές» νόσοι της καρδιάς, που προδιαθέτουν σε επικίνδυνες αρρυθμίες)
‘Όπως διαπιστώνει κανείς, οι περισσότερες από τις ευπαθείς ομάδες πάσχουν από σπάνιες σχετικά νόσους, για τις οποίες παρακολουθούνται από κέντρα αναφοράς, οπότε είναι επαρκώς πληροφορημένες.
Κάποιος θα αναρωτηθεί γιατί δεν ανήκει η αρτηριακή υπέρταση στις παραπάνω κατηγορίες ευπαθών ομάδων, αφού σε όλες τις πρώιμες μελέτες από την μέχρι τώρα πορεία του ιού η υπέρταση (και η στεφανιαία νόσος) είναι πάντα ανάμεσα στις παθήσεις που επιβαρύνουν την πρόγνωση. Προσοχή: δεν είμαστε σίγουροι ότι η υπέρταση και η στεφανιαία νόσος είναι από μόνες τους επιβαρυντικοί παράγοντες ή απλά συνυπάρχουν με την προχωρημένη ηλικία (η οποία σίγουρα είναι ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου). Σίγουρα η αρτηριακή υπέρταση αποτελεί παράγοντα ευπάθειας αν είναι πτωχά ρυθμισμένη (συστολική πίεση 150mmHg και άνω). Κατά συνέπεια επιβάλλεται εξατομίκευση. Άρα, δεν θα θεωρηθεί ευπαθής ένας 50χρονος υπερτασικός, που είναι άριστα ρυθμισμένος με τη βοήθεια της φαρμακευτικής του αγωγής (πχ ένα χάπι κάθε πρωί). Ούτε ένας 45άρης που πέρασε προ 4ετίας έμφραγμα μυοκαρδίου, υπεβλήθη σε 2 αγγειοπλαστικές και είναι σε άριστη κλινική κατάσταση έκτοτε, με άψογη δοκιμασία κοπώσεως κάθε χρόνο, ενώ λαμβάνει τακτικά τα φάρμακά του.Το βασικό όμως δίπολο πρόληψης, δηλ. «μένουμε σπίτι» αποφεύγοντας αχρείαστες επαφές με άλλους ανθρώπους και εντατικά μέτρα προσωπικής υγιεινής, ισχύει για όλους μας, είτε ευπαθείς είτε όχι.
Covid-19 και αντιυπερτασική αγωγή. Ο ιός εισβάλλει στους ιστούς μας μέσω των ACE2 υποδοχέων (σε καρδιά και πνεύμονες). Τυχαίνει όμως δύο σημαντικές κατηγορίες αντιυπερτασικών φαρμάκων, οι σαρτάνες (πχ βαλσαρτάνη, ολμεσαρτάνη, ιρβεσαρτάνη) και οι ανταγωνιστές του μετατρεπτικού ενζύμου (αΜΕΑ, όπως ραμιπρίλη, περινδοπρίλη, κιναπρίλη) να επηρεάζουντους υποδοχείς αυτούς. Κι επειδή η υπέρταση είναι παρούσα στο 40% των ασθενών με covid-19, δημιουργήθηκε η υποψία μήπως αυτά τα αντιυπερτασικά «διευκολύνουν» τον ιό και άρα αποτελούν παράγοντα κακής πρόγνωσης. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία ούτε που να απορρίπτουν, ούτε που να στηρίζουν τον ισχυρισμό αυτό. Μάλιστα υπάρχει και αντίλογος που λέει ότι μπορεί να δρουν προστατευτικά αντί επιβαρυντικά. Εν αναμονή λοιπόν ισχυρότερων επιστημονικών ενδείξεων, η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Υπέρτασης κατέληξε σε πολύ πρόσφατο κείμενο συμφωνίας ότι οι ασθενείς που λαμβάνουν τέτοια αντιυπερτασική αγωγή πρέπει να την συνεχίσουν απαρέγκλιτα, είτε είναι προσβεβλημένοι από τον ιό είτε όχι.Και καθώς τα φάρμακα αυτά αποτελούν τη βάση των περισσότερων αντιυπερτασικών αγωγών, θα προσέθετα ότι αν διακοπούν χωρίς τη ρητή οδηγία του θεράποντος, υπάρχει σαφής κίνδυνος απορρύθμισης της υπέρτασης. Και τότε ο ασθενής θα καταστεί πραγματικά ευπαθής.