ΛΟΝΔΙΝΟ. Στην εκτίμηση ότι το δεύτερο κύμα της πανδημίας στην Ευρώπη είναι δεδομένο και τα πραγματικά ερωτήματα είναι πότε θα εμφανιστεί
και πόσο σφοδρό θα είναι, προχώρησε η επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης Ασθενειών (ECDC), Αντρέα Αμον. Η Αμον υπογράμμισε ότι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να θεωρήσουμε ότι ο κορωνοϊός ανήκει στο παρελθόν.
Ερωτηθείσα από την εφημερίδα Guardian αν η πανδημία θα έχει δεύτερο κύμα, όπως συνέβη με την ισπανική γρίπη πριν από έναν αιώνα, η Γερμανίδα λοιμωξιολόγος απάντησε: «Το ερώτημα για το δεύτερο κύμα είναι πότε και πόσο μεγάλο. Κατά την άποψή μου, αυτό πρέπει να ρωτάμε… Κοιτάζοντας τα χαρακτηριστικά του ιού, το γεγονός ότι σε διάφορες χώρες έχουμε ανοσία από 2% έως 14%, σημαίνει ότι τουλάχιστον 85% του πληθυσμού μπορεί ακόμη να νοσήσει. Ο ιός είναι γύρω μας και κυκλοφορεί πολύ περισσότερο από ό,τι τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο. Δεν θέλω να φέρω την καταστροφή, αλλά νομίζω ότι πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Δεν είναι ώρα τώρα να χαλαρώσουμε εντελώς».
Η Αμον επεσήμανε, επίσης, πόσο κομβικό ρόλο στη διάδοση του κορωνοϊού στην Ευρώπη έπαιξαν οι χειμερινές διακοπές του Μαρτίου στα χιονοδρομικά κέντρα της Αυστρίας και της Ιταλίας. «Οι κλειστές καμπίνες των τελεφερίκ είναι ιδανικά μέρη για τη διάδοση του ιού», σημείωσε. Ως προς τις θερινές διακοπές, δήλωσε ότι η ίδια δεν έχει ακόμη κανονίσει τις δικές της και προειδοποίησε τους Ευρωπαίους να μη θεωρούν ότι το καλοκαίρι του 2020 θα κάνουν ό,τι και το καλοκαίρι του 2019.
Η κατεξοχήν χώρα στην οποία το καλοκαίρι θα αργήσει να έρθει είναι η Ισπανία, η οποία προχωρά με εξαιρετικά προσεκτικό τρόπο στην άρση των περιοριστικών μέτρων. Τουλάχιστον έως τις αρχές Ιουλίου, όλοι οι νεοαφιχθέντες στη χώρα θα μπαίνουν σε καραντίνα 14 ημερών, ενώ η χρήση μάσκας είναι πλέον υποχρεωτική για όλα τα άτομα μετά την ηλικία των έξι ετών. Η Ιταλία, αντιθέτως, επέσπευσε το άνοιγμα, ανακοινώνοντας ότι από τις 3 Ιουνίου δεν θα υπάρχουν έλεγχοι στις αφίξεις από χώρες της Ζώνης Σένγκεν. Οπως επισημαίνει η ισπανική εφημερίδα El Pais, η ιταλική κυβέρνηση μεταβίβασε την αρμοδιότητα για τον ρυθμό άρσης των μέτρων στις περιφέρειες, με στόχο να τους μεταβιβάσει και την πολιτική ευθύνη σε περίπτωση νέας έξαρσης. Αντιθέτως, στην Ισπανία οι αποφάσεις λαμβάνονται από τη Μαδρίτη και οι προστριβές ανάμεσα στην κεντρική κυβέρνηση και τις περιοχές που επιθυμούν ταχύτερη άρση των περιορισμών είναι έντονες. Τέλος, από τις αποφάσεις για το άνοιγμα των συνόρων εξαιρείται η Σουηδία, η οποία εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται με καχυποψία από τις γύρω χώρες, λόγω του πολλαπλάσιου αριθμού κρουσμάτων και θανάτων σε σχέση με την υπόλοιπη Σκανδιναβία.
Για περισσότερη αρθρογραφία, γίνετε συνδρομητής στην έντυπη Καθημερινή.