(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
[Γράφει ο Μοναχός, π. Ζωσιμάς]:
Μου διηγήθηκε ένα περιστατικό ο Γέροντας από την ζωή του, όταν ήταν μικρός στο χωριό του, τις Κουκουβάουνες. (Το χωριό τότε είχε λίγα σπίτια).
«Αυτό που θα σου πω», μου λέει, «έχει σχέση με τα μάγια, που οι πιο πολλοί σήμερα τρέμουν από το φόβο, όταν τα ακούνε».
Και άρχισε να μου διηγείται:
Στο χωριό μου ήταν ένα καλό παιδί και πολύ πιστό.
Μια ημέρα του είπε η μάνα του:
– Παιδί μου, να παντρευτείς την τάδε κοπέλα, την γειτονοπούλα, είναι καλό κορίτσι.
Το παιδί είπε στην μάνα του:
– Μητέρα δεν τη θέλω, μην επιμένεις.
Αφού η μητέρα του τον παρακάλεσε πολλές φορές, το παιδί της με κανένα λόγο δεν ήθελε να ακούσει γι’ αυτήν. Τι να κάνει λοιπόν; Σκέφτηκε μια σατανική πράξη.
Πηγαίνει σε μία γυναίκα, που ήταν όργανο του σατανά, που ο κόσμος σήμερα την ονομάζει «μάγισσα». Λέει το πρόβλημά της για το παιδί της, ότι δηλαδή με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να το πείσει να παντρευτεί την γειτονοπούλα.
Όταν άκουσε η μάγισσα αυτά, της είπε:
– Μη στενοχωριέσαι. Φέρε μου μία κανάτα με νερό για να την «μελετήσω», και το πρωί που θα του ρίξεις να πλυθεί, δεν θα θέλει άλλη γυναίκα· θα αγαπάει μόνο αυτήν και θα την παντρευτεί.
Το παιδί έμαθε αυτό που έκανε η μάνα του, αλλά δεν ταράχτηκε καθόλου και δέχτηκε μετά χαράς να του ρίξει η μητέρα του από το μαγεμένο νερό να πλυθεί.
Ήθελε να την διδάξει ότι τον καλό χριστιανό, που πηγαίνει τακτικά στην εκκλησία, νηστεύει, εξομολογείται πριν κοινωνήσει, μελετά τα βιβλία του Θεού και τον βίον του Αγίου της ημέρας που εορτάζει και προσέχει να μην κακολογήσει κανέναν και αγωνίζεται κατά των παθών του, τα μάγια δεν τον αγγίζουν καθόλου.
Όταν ήρθε η ώρα να του ρίξει η μητέρα του νερό από την κανάτα, για να πλυθεί, μόλις πλύθηκε, αυτή περίμενε με αγωνία τα καλά νέα από το παιδί της· αυτό όμως γυρίζει και της λέει:
– Μητέρα, άλλες εφτά κανάτες να κάνεις μάγια, εγώ δεν την παντρεύομαι!
«Βλέπεις παιδί μου», λέει ο Γέροντας, «στον καλό χριστιανό δεν πιάνουν τα μάγια, ο σατανάς ούτε το όνομά του δε θέλει να ακούσει. Τα μάγια πιάνουν σε αυτούς, που απομακρύνονται από την Εκκλησία· τους ξεγελάει ο σατανάς, τους ρίχνει στο σκοτάδι και γίνονται όργανά του· αντιστρατεύονται το Θεό, βλαστημάνε τα Θεία, κατηγορούν τους ανθρώπους του Θεού, τους κοροϊδεύουν ότι είναι καθυστερημένοι και θεωρούν τον εαυτό τους σπουδαίο…
Απόσπασμα από το βιβλίο του Μοναχού Ζωσιμά, «Ιερομόναχος Σίμων Αρβανίτης, (1901), Μαρτυρίες για τη ζωή και το έργο του», τόμος β’.