-
Αρχική > Τοπικά νέα > Το 1ο  Βραβείο των εκθεσων της Μαρίας  Σερέγκου  ΣΤ2 4ο  Δημοτικό Σχολείο Καστοριάς με θέμα Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα

Το 1ο  Βραβείο των εκθεσων της Μαρίας  Σερέγκου  ΣΤ2 4ο  Δημοτικό Σχολείο Καστοριάς με θέμα Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα

Αφιέρωμα των τριων  βραβευμένων εκθεσεων μαθητριων απο τον  διαγωνισμό Έκθεσης  με θεμα“Ποια πιστεύεις οτι είναι η κορυφαία ηγετική φυσιογνωμία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και γιατί;” που διοργανώσε  ο Ι. Ν. Αγίου Νικάνορα– Νικητήριες φέτος ήταν κορίτσια )

1ο   Βραβείο

Λασκαρίνα   Μπουμπουλίνα

Ήταν  καλοκαίρι  όταν  αποφασίσαμε  να  πάμε  με  την  οικογένειά  μου  στις  Σπέτσες για  να  περάσουμε  τις  διακοπές  μας και  ταυτόχρονα  να  επισκευτούμε  το  σπίτι  μιάς  μεγάλης  ηρωϊδας   του  1821 , της  Μπουμπουλίνας.

Όταν  φθάσαμε   στις  Σπέτσες και  έβλεπα  το  νησί  από  μακρυά ο  χρόνος  έμοιαζε  να  είχε  σταματήσει.Όταν  μάλιστα  περιπλανηθήκαμε  στο  αρχοντικό  της  Μπουμπουλίνας ,  αισθάνθηκα  ότι  θα  άνοιγε  η  ίδια   την  μεγάλη  ξύλινη  πόρτα  της  εισόδου και  θα  με  υποδεχόταν, αυτή  η  σπουδαία  γυναίκα  της  επανάστασης..

Μόλις  μπήκαμε  στο  αρχοντικό  της  όλα  ήταν  όπως  πριν  200  χρόνια . Οι  διάδρομοι , τα  σαλόνια , όλα! Μέσα  στη  χαρά  μου  αποφάσισα  να  φύγω  από  την  μικρή  ομάδα και  να  ανοίξω  μόνη  μου  την  πόρτα του  δωματίου  της ,Μπουμπουλίνας. Μόλις  άνοιξα  την  πόρτα  εμφανίστηκε  μπροστά  μου  το  γραφείο  που  έδινε  τις  εντολές ,έπαιρνε  αποφάσεις  και  έγραφε  τα  γράμματα  και  τις  επιστολές  για  να  ξεσηκώσει   όλους  τους  Έλληνες   πατριώτες  ενάντια  στους  Οθωμανούς.

Τότε  τόλμησα  να κάτσω  στην  καρέκλα της  και  να  βάλω  τα  χέρια   μου  πάνω  στο  ξύλινο  γραφείο  που  και  η  ίδια  ακουμπούσε. Τότε  ακούμπησα  το κεφάλι  μου στα  χέρια  και  έκλεισα  για  λίγο  τα  μάτια  μου. Είδα   το πόμολο  της  πόρτας και  να  εμφανίζεται  μπροστά  μου  η  ίδια  η  Μπουμπουλίνα.

Έβαλε  τα  χέρια  στη  μέση  μόλις  με  είδε , με  κοίταξε  περίεργα και  με  ρώτησε : Ποια  είσαι  Ήταν  μια  ψηλή , αδύνατη και  όμορφη με  δεμένα  τα  μαλλιά  στο  κεφάλι  και  μάτια  που  άστραφταν και  έδειχναν  την  εξυπνάδα   και  την  καλοσύνη  της.

‘’  Είμαι  η  Μαρία  της  απάντησα. Εσείς  είστε  η  Μπουμπουλίνα .  Είναι  δυνατόν  ΄΄

΄΄  Και  βέβαια  είναι. Γιατί  να  μην  είναι  , απάντησε  εκείνη. Δεν  βλέπεις  τα  καράβια  μου  ‘εξω  από  το  παράθυρο  Πού  περίμενες  να  είσαι  Στην  Τριπολιτσά

Πράγματι ήταν  όλα  αλήθεια και  ο  χρόνος  για  έναν μυστήριο  ανεξήγητο  λόγο είχε  γυρίσει  200  χρόνια    πίσω  στην  ίδια  καρέκλα.

Με  πήρε  από  το  χέρι  και  μου  είπε  Έλα  Μαρία, έχω  να  σου  δείξω  και  να  μάθεις  πολλά.Κατεβήκαμε  στο  σαλόνι  και  με  άφησε  παράμερα. Ήταν  μαζεμένοι  εκεί  πολλοί  καπετάνιοι από  τις  Σπέτσες και  από άλλα  νησιά. Άλλοι  φοβόντουσαν , άλλοι  ήταν  διστακτικοί. Τότε  βλέπω  την  Μπουμπουλίνα  να  πετάγετε  όρθια και  να  τους  φωνάζει  Δεν  ντρέπεστε  μωρέ , ολόκληροι  άντρες να  φοβάστε  να  ρίξετε  λίγες  μπάλες στα  καράβια  των  Τούρκων για  να  τα  βυθίσετε  και  να  είμαστε  ελεύθεροι   Θα  συνεχίσουμε  να  είμαστε  δούλοι  και  σκλάβοι  και  εμείς  και  τα  εγγόνια  μας   Μέχρι  πότε

Τα  μάτια  της  άστραφταν  , τα  χέρια  της  ήταν  τεντωμένα  και  τα  λόγια  της  ζέσταναν  τις  καρδιές  των  καπετάνιων. Τότε  άνοιξε  ένα  σεντούκι  γεμάτο  χρυσά  νομίσματα  και  τους  είπε Αυτό  είναι  όλο  μου  το  βιός . Είναι  ότι  έχω και  δεν  έχω. Είναι  όλα  για  την  πατρίδα. Για  εμένα  δεν  με  νοιάζει.  Θέλω  μονάχα  τα  παιδιά  μου και  τα  εγγόνια  μου   να  μεγαλώσουν  ελεύθερα  κάτω  από  την Ελληνική  σημαία και  όχι  την  Οθωμανική.

Τότε  όλοι οι  καπετάνιοι που  είχαν  σκυμμένο  κεφάλι σήκωσαν  ψηλά  το  βλέμμα και  φώναξαν  όλοι  μαζί  Έχει  δίκιο  η  Μπουμπουλίνα, έτσι  πρέπει  να  κάνουμε   όλοι. Τα  καράβια  , οι  περιουσίες  μας  και  οι  ζωές  μας για  την  ελευθερία. Και  έφυγαν  όλοι  περήφανοι  , αφήνοντας  την  Μπουμπουλίνα  χαμογελαστή  και  εμένα  καθισμένη.

Σήκω  Μαρία  έχουμε  δουλειά .  Ακολούθησα  το  περήφανο  και  αγέρωχο  περπάτημά  της. Αφήσαμε  το  σπίτι  και  κατεβήκαμε  στο  λιμάνι. Όλοι  ήξεραν  την  Μπουμπουλίνα   και  αυτή  πάντα  μιλούσε  σε  όλους  και  τους  έλεγε μια  καλή  κουβέντα.  Φθάσαμε  στο  λιμάνι. Με  έπιασε  από  το  χέρι  και  μου  είπε Το  βλέπεις  αυτό  το  καράβι   Είναι  της  πατρίδας. Όλοι  οι  ναύτες , μόλις  την  είδαν , πετάχτηκαν  και  φώναξαν  χαρούμενοι  Παιδιά  η  καπετάνισσα . Την  περιτριγύρισαν  και  άρχισαν  να  την  ρωτάνε πότε  θα  ξαναβγούν  στο  πέλαγος  για  να  βυθίσουν  και  άλλα  καράβια. Όλοι  κρέμονταν  από  το  στόμα  της  . Σε  όλους είχε  να  πεί  μια  καλή  κουβέντα  και  σε  άλλους  έδινε  θάρρος για  την  επόμενη  μάχη. Αν  θέλαμε  να  ζωγραφίσουμε  τη  γενναιότητα  θα  είχε  την  όψη  της  Μπουμπουλίνας.

Έτρεχε  στο  καράβι  , κοιτούσε  τα  πανιά , τα  κανόνια, τα  αμπάρια αν  είναι  γεμάτα με  τρόφιμα  και  οβίδες. Εγώ  πάντα  πίσω  της. Προσπαθούσα  να  ακολουθήσω  το  βήμα  της  και  να  μην  τη  χάσω.Ξαφνικά  στο  χέρι  της  είδα  μια  μεγάλη , βαθιά  χαρακιά.

Η  Μπουμπουλίνα  παρατήρησε  ότι  την  είδα και  μου  είπε. Μαρία  αυτό  δεν  είναι  τίποτα. Αν  μπορούσα  να  πεθάνω  τώρα  και  να  μην  ξαναδώ ποτέ  την  εχθρική  σημαία  πάνω  από  την  Ελλάδα , θα  το  έκανα.  Βγήκαμε   από  το  καράβι γιατί  είχε  αρχίσει  να  σουρουπώνει και  πήγαμε  στο  αρχοντικό  της.  Με  έβαλε  πάλι  στο  γραφείο  της  και  μου  είπε  Η  πατρίδα , τίποτα  άλλο  και  κανένας  πάνω  από  αυτήν. ‘Ερχομαι  σε  λίγο  μου  είπε  κλείνοντας  την  πόρτα.

Δεν  περασε πολύ  ώρα  όπου  ξαφνικά  άκουσα  την  φωνή  του  πατέρα  μου Μαρία  τι  κάνεις  Εδώ  ήσουν τόση  ώρα  Σήκωσα  το  κεφάλι  μου από  το  γραφείο  και  απάντησα όχι  μπαμπά. Ήμουν ένα  ταξίδι  με  τους  γενναίους  και  τους  αθάνατους ……….

Μαρία   Σερέγκου

ΣΤ2      4ο   Δημοτικό  Σχολείο   Καστοριάς

 

Top
Enable Notifications OK No thanks