Το ίδιο ακριβώς επιζητούν να πράξουν και όλοι οι Έλληνες επισκέπτες της Καστοριάς, αλλ’ εις μάτην Μόλις φθάσουν και αποβιβαστούν απ’ τα λεωφορεία στο Πάρκο Ολυμπιακής Φλόγας, που αποτελεί πλέον το νέο διοικητικό και εμπορικό κέντρο τής πόλης, προσπαθούν να ιδούν γύρω τους κάποιον βυζαντινό ή μεταβυζαντινό ναό, αλλά ναό δεν βλέπουν. Όλες σχεδόν οι εκκλησίες τής αποκαλούμενης “Βυζαντινής Αρχόντισσας”, όπως και το περίφημο Βυζαντινό Μουσείο της, βρίσκονται στην παλαιά πόλη, όπου τα λεωφορεία και τα λοιπά οχήματα δυσκολεύονται ν’ ανέβουν και να σταθμεύσουν, λόγω της απότομης ανηφόρας και στενότητας των οδών της, και τής έλλειψης κατάλληλου ανοιχτού χώρου.
Η παρουσιαζόμενη αναγκαιότητα ύπαρξης και λειτουργίας ενός λαμπρού ιερού ναού κι ενός Εκκλησιαστικού Μουσείου στο Πάρκο της Ολυμπιακής φλόγας, είναι αντιληπτή και διαπιστωμένη απ’ τη συντριπτική πλειοψηφία των καλοπροαίρετων κατοίκων τής Καστοριάς και γι’ αυτό ζητούν επιτακτικά, εδώ και χρόνια, απ’ την εκάστοτε Δημοτική Αρχή και τον εκάστοτε οικείο σεβαστό Μητροπολίτη να δράσουν αναλόγως και να καλύψουν αυτό το κραυγαλέο και απαράδεκτο κενό. Βεβαίως, όπως είναι φυσικό και αναμενόμενο, υπάρχουν και μερικοί κάτοικοι τής πόλης – θα ήταν περίεργο εάν δεν υπήρχαν – που σκέφτονται μίζερα και αντιδρούν στην δημιουργία του νέου ναού, όπως αντιδρούν και στη δημιουργία κάθε άλλου καλού έργου στην περιοχή μας. Αυτοί οι ολίγοι, από τη μια φωνασκούν και ζητούν την ανάπτυξη του εκκλησιαστικού τουρισμού και τη δημιουργία ανάλογων θέσεων εργασίας στην Καστοριά, και από την άλλη, λόγω των πνευματικών αγκυλώσεών τους, τορπιλίζουν τ’ αναφερόμενα σωστά αιτήματά τους.
Γιώργος Τ. Αλεξίου.