Τα περσινά Χριστούγεννα μετά την Εκκλησία επέστρεψα στο σπίτι μου με την οικογένειά μου για να ανοίξουμε τα δώρα.
Όταν ξετίλυξα το δώρο μου είδα ένα κουτί από παπούτσια. Το άνοιξα και τι να δω .
ήταν τα ίδια παπούτσια που μου είχαν πάρει πριν ένα μήνα. Αποφάσισα να μην τους το πω και να κρύψω την αμηχανία μου και προσποιήθηκα ότι χάρηκα. Μετά από λίγο ήρθαν να με φωνάξουν οι φίλοι μου για να πάμε μια βόλτα. Καθώς περπατούσαμε, περάσαμε από ένα σπίτι χωρίς φώτα , χωρίς λαμπάκια , χωρίς τίποτα , αλλά στο μπαλκόνι ήταν μια οικογένεια. Το προσπέρασα αλλά όλο το βράδυ σκεφτόμουνα τι μπορεί να είχε συμβεί. Οπότε όταν ξύπνησα έστειλα ένα μήνυμα σε έναν από τους φίλους μου και τον ρώτησα άμα ήξερε τι είχε γίνει. Μετά από περίπου μισή ώρα , μου είπε ότι και οι δύο οι γονείς είχαν χάσει τις δουλειές τους και μέχρι να βρούνε νέα δουλειά έπρεπε να κάνουν αυστηρή οικονομία γι αυτό είχαν κλειστά τα φώτα.
Την επόμενη μέρα περνούσα τυχαία από το ίδιο σπίτι για να πάω στο σούπερ
μάρκετ όταν έστριψα το βλέμμα μου είδα ένα παιδί στην ηλικία μου να βγαίνει από το σπίτι. Φαινόταν πολύ λυπημένος. Με μια γρήγορη ματιά είδα ότι τα παπούτσια του ήτανε σχισμένα. Εγώ άφησα το σούπερ μάρκετ και έτρεξα στο σπίτι μου να πάρω τα καινούργια μου παπούτσια . Αφού τα πήρα έγραψα ένα σημείωμα που έλεγε << Καλά Χριστούγεννα >>. Το άφησα και πήγα στο σούπερ μάρκετ. Δεν είδα την αντίδρασή του μόλις το είδε αλλά είμαι σίγουρος ότι θα χάρηκε πάρα πολύ. Προσευχήθηκα να βρουν μια δουλειά οι γονείς του.
Χρήστος Διαμαντής
3ο Δημοτικό Σχολείο Άργους Ορεστικού