Εως πρόσφατα η ιδέα της ‘Βυζαντινής αρχόντισσας’ αποτελούσε μάλλον ένα ευφυολόγημα. Προέκυψε από το ταγκ μιας παλιάς τουριστικής αφίσας το οποίο κυκλοφόρησε στην δεκαετία των 90’s κι αποδείχθηκε υπερβολικά πιασάρικο.
Η κεντρική ιδέα αυτού του θεωρήματος είναι ότι επειδή στην μητροπολιτική Καστοριά υπάρχουν καμιά 50ριά βυζαντινοί και μεταβυζαντινοί ναοί (στα τουριστικά φυλλάδια καθ’ υπερβολή ο αριθμός τους κλασσικά ξεπερνά τους 70…) η πόλη μπορεί να πολιτογραφείται ως ένα μεγαλοπρεπές υπόλειμμα της πάλε ποτέ αυτοκρατορίας.
Το ζητούμενο αυτής της θεώρησης πάντως και πάντοτε ήταν η εξαργύρωση της φήμης σε κέρδος. Σε κάποια απτή και χειροπιαστή ωφέλεια. Να λανσάραμε, ας πούμε, το όλο θέμα με τρόπο που να προσελκύαμε, λέει, κάποια μιλιούνια βυζαντινο-ψυχανεμισμένων τουριστών και να θησαυρίζαμε…. Αυτή η στρατηγική παρέμεινε σε επίπεδο θεωρίας επί πολλές δεκαετίες. Φέτος, είναι η πρώτη φορά στην σύγχρονη ιστορία της πόλης που κάποιοι είδαν το θέμα κάπως πιο σοβαρά και κάθισαν σε ένα τραπέζι να το συζητήσουν.
Η αρχή έγινε με ένα βυζαντινό φόρουμ το οποίο -ναι μεν αποδείχθηκε περισσότερο θεολογικό παρά επιστημονικό ή τουριστικό- έθεσε παρ’ όλα αυτά τις βάσεις για κάποιες σοβαρές κινήσεις παραπέρα. Γιατί στο φόρουμ αυτό κατατέθηκε μια απλή ερώτηση: Είναι άραγε η πολυθρύλητη ‘βυζαντινότητα’ της πόλης ικανή να δελεάσει την Unesco και να τεθεί υπό την αιγίδα και την προστασία της?
Η ερώτηση αυτή έφερε μια δεύτερη σύναξη στην οποία φανερώθηκε ένα ΗΔΗ ΥΠΑΡΧΟΝ σχέδιο του τεχνικού επιμελητηρίου Καστοριάς που αποδείχθηκε και θετικό και αρνητικό. Θετικό γιατί αφορά έναν ολοκληρωμένο φάκελο εμπεριέχοντα όλο το διαθέσιμο -προς ώρας- υλικό, ικανό να δημιουργήσει την μαγιά υποβολής μιας εμπεριστατωμένης πρότασης και αρνητικό γιατί εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η τυχόν υποβολή μιας πρότασης η οποία νέτα σκέτα θα αναφέρεται σε ναούς, δεν πρόκειται να τύχει καμίας τύχης.
Υπάρχει σωρεία πόλεων ολόγυρα μας με τα ίδια και καλύτερα χαρακτηριστικά. Αν είναι να καταστρωθεί μια πρόταση προς την Unesco που να έχει κάποιες πιθανότητες επιτυχίας, λέει το τεχνικό επιμελητήριο, τότε αυτή θα πρέπει να είναι ΠΙΟ ΣΥΝΟΛΙΚΗ και να περιέχει περισσότερα στοιχεία μοναδικότητας. Οι εκκλησίες από μόνες τους δεν αρκούν.
Το θέμα, προς το παρόν, παραπέμθηκε στις καλένδες. Θα δούμε αυτό/ θα δούμε εκείνο/ θα ελέγξουμε/θα τεκμηριώσουμε/ θα επικεντρώσουμε ….τα γνωστά ελληνικά. Η τρίτη κίνηση ωστόσο είναι και η πλέον υποσχόμενη μιας και εξαρχής θέτει το όλο ζήτημα σε πιο πρακτικές τροχιές.
Αφορά τον σχεδιασμό μιας διοργάνωσης η οποία βαπτίστηκε ‘Βυζαντινό Πάσχα’ και η οποία συνομολογήθηκε από 7 σοβαρούς φορείς της πόλης, της μητρόπολης της αντι-περιφέρειας και του Δήμου συμπεριλαμβανομένων. Η κίνηση αυτή στοχεύει στο να σχεδιάσει μια βεντάλια εκδηλώσεων, θρησκευτικού ως επί το πλείστον χαρακτήρα, η οποία -δίχως να εμπεριέχει τίποτε το εξαιρετικά πρωτότυπο- θα πετύχει για ΠΡΩΤΗ φορά ένα ζητούμενο δεκαετιών.
Να προσανατολίσει όλα τα τοπικά ήθη κι έθιμα της μεγάλης αυτής εορτής της χριστιανοσύνσης προς μια κατεύθυνση προσέλκυσης εξωτερικού κοινού.
Πρόκειται για ένα κεντρικά σχεδιασμένο πλέγμα γεγονότων, το οποίο, για πρώτη φορά, θα αποκτήσει χαρακτηριστικά στρατηγικής εξωστρέφειας. Και αυτό –ανεξαρτήτως του εάν τελικά το όλο εγχείρημα ευοδωθεί ή όχι- αποτελεί ήδη από μόνο του μια μεγάλη επιτυχία και μια ιστορική στροφή στην τουριστική πολιτική της πόλης.