Σήμερα θεωρούνται η αιτία που κάθε χρόνο σώζονται χιλιάδες ζωές. Ωστόσο, ξέχωρα από τις συνηθισμένες “παρενέργειες” τους, υπάρχει πλέον μια που φαίνεται πιο σοβαρή.
Περισσότεροι από 200 εκατ. άνθρωποι στον κόσμο λαμβάνουν καθημερινά στατίνες ως φαρμακευτική αγωγή για τα προβλήματα που προκαλεί στις αρτηρίες η χρόνια αθηροσκλήρωση και κατά συνέπεια για την αποφυγή εμφραγμάτων και εγκεφαλικών.
Η αγορά των στατινών εκτιμάται πως συγκεντρώνει έναν τζίρο που υπερβαίνει τα 15 δις δολάρια και όλα δείχνουν πως το νούμερο αυτό θα αυξηθεί δεδομένου ότι ολοένα και νεότεροι άνθρωποι αρχίζουν να βάζουν στη ρουτίνα τους το συγκεκριμένο φάρμακο ως αντίβαρο στον λιπαρό και αγχωτικό τρόπο ζωής των καιρών μας.
Ωστόσο, τα αποτελέσματα νεότερων επιστημονικών ερευνών αρχίζουν να πυροδοτούν αμφιβολίες όχι για την αποτελεσματικότητα των στατινών στον «πόλεμο» εναντίον της LDL («κακής» χοληστερίνης), αλλά για δύο άλλους λόγους: Πρώτον, διότι οι στατίνες φαίνεται πως με κάποιο τρόπο μπορούν να δημιουργήσουν τις συνθήκες για ανάπτυξη διαβήτη Τύπου 2. Και δεύτερον, διότι η εξουδετέρωση της LDL μπορεί να μην είναι η απάντηση στα καρδιαγγειακά, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι ερευνητές.
Στις ΗΠΑ, περίπου το 83% των ατόμων ηλικίας μεταξύ 40 και 59 ετών που παίρνουν φάρμακα για τη μείωση της χοληστερόλης, λαμβάνουν στατίνες. Αν και οι στατίνες είναι αποτελεσματικές στην αποτροπή καρδιαγγειακών παθήσεων, ορισμένες δοκιμές έχουν υποδείξει ότι μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο διαβήτη.
Σε έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Diabetes Metabolism Research and Reviews, τα ευρήματα δείχνουν ότι οι στατίνες μπορεί πράγματι να αυξάνουν τον κίνδυνο για αυτή τη χρόνια πάθηση. Η επικεφαλής της μελέτης, Victoria Zigmont, επίκουρη καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας και διευθύντρια του Εργαστηρίου
Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο του ΜΙσσισιπί, μαζί με την ομάδα της εξέτασαν αρχεία υγείας από 4.683 άνδρες και γυναίκες που δεν είχαν διαβήτη κατά την έναρξη της μελέτης, αλλά διέτρεχαν κίνδυνο καρδιακής νόσου. Από τους συμμετέχοντες, τα 755 άτομα (16%) λάμβαναν συνταγογραφούμενες στατίνες κατά την έναρξη της μελέτης. Η ομάδα της Zigmont έλαβε υπόψη της παράγοντες όπως το φύλο, η ηλικία, η εθνικότητα, η εκπαίδευση, τα επίπεδα χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων, ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), η περίμετρος μέσης και πόσες φορές οι συμμετέχοντες επισκέφθηκαν τους γιατρούς τους.
Η ανάλυση έδειξε ότι τα άτομα που έπαιρναν στατίνες είχαν υπερδιπλάσιες πιθανότητες να λάβουν διάγνωση διαβήτη από εκείνους που δεν έπαιρναν το φάρμακο. Επιπλέον, τα άτομα που έπαιρναν στατίνες για περισσότερο από 2 χρόνια είχαν υπερτριπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη. Επιπλέον, η ανάλυση αποκάλυψε ότι όσοι έπαιρναν στατίνες είχαν 6,5% υψηλότερο κίνδυνο αυξημένου σακχάρου στο αίμα.
“Το γεγονός ότι η αυξημένη διάρκεια χρήσης στατίνης σχετιζόταν με αυξημένο κίνδυνο διαβήτη -κάτι που ονομάζουμε δοσοεξαρτώμενη σχέση- μας κάνει να πιστεύουμε ότι πρόκειται πιθανότατα για αιτιώδη σχέση“, εξηγεί η Dr. Zigmont.
Ωστόσο, αν και το δείγμα της έρευνας ήταν μεγάλο (σχεδόν 5.000 άτομα), οι ερευνητές δεν ήταν σε θέση να λάβουν υπόψη τους άλλα φάρμακα που μπορεί να λάμβαναν οι συμμετέχοντες, ούτε και να διαπιστώσουν τις όποιες καθημερινές συνήθειες υγείας, όπως το κάπνισμα ή η χρήση αλκοόλ. Επιπλέον, οι ερευνητές δεν γνώριζαν εάν οι συμμετέχοντες είχαν προδιαβήτη κατά την έναρξη της μελέτης ή όχι. Συνεπώς, η λήψη στατινών δεν εξετάστηκε συνδυαστικά με όλους τους άλλους παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν στην εμφάνιση διαβήτη.
Σε άλλη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο NEJM (New England Journal of Medicine – 2008), διαπιστώθηκε ότι οι ηλικιωμένοι, υγιείς ενήλικες στους οποίους χορηγήθηκαν 20 χιλιοστόγραμμα ροσουβαστατίνης (rosuvastatin) σε καθημερινή βάση επί δύο χρόνια, διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν διαβήτη από όσους έλαβαν εικονικό φάρμακο.
Η Dr. Jill Crandall, καθηγήτρια Ιατρικής στο Albert Einstein College of Medicine σημειώνει ότι “υπήρχε η αίσθηση ότι οι στατίνες ίσως θα μείωναν τον κίνδυνο διαβήτη, όμως στο τέλος, διαπιστώσαμε κάτι εντελώς διαφορετικό“. Η Dr. Jill Crandall ερευνά τη σχέση μεταξύ στατινών και κινδύνου διαβήτη, σημειώνοντας ότι ο κίνδυνος είναι μέτριος, αλλά υψηλότερος, για όσους είναι προδιαβητικοί όταν αρχίζουν να λαμβάνουν στατίνες για να μειώσουν τα επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα τους.
Αρκετές άλλες αναλύσεις έχουν επιβεβαιώσει τη σχέση μεταξύ των στατινών και του κινδύνου διαβήτη, αλλά οι αιτίες εξακολουθούν να αποτελούν μυστήριο. Μέχρι στιγμής, μελέτες σε ζώα και κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους έχουν υποδείξει ότι οι στατίνες μπορεί να κάνουν τα κύτταρα πιο ανθεκτικά στην ινσουλίνη, μια ορμόνη που βοηθά στη ρύθμιση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα. Οταν συμβαίνει αυτό, τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα μπορεί να αυξηθούν τόσο πολύ ώστε να αυξηθεί ο κίνδυνος διαβήτη τύπου 2.