Νόμιζα πως ότι αποζητούσα ήταν μια αίσθηση σταθερότητας, ασφάλειας και μονιμότητας.
Να θέλω να ανήκω κάπου, σε κάποιον. Αλλά μεγαλώνοντας, συνειδητοποιώ πως αυτή η ανάγκη μάλλον δεν υπάρχει πια ή έχει μετουσιωθεί σε κάτι άλλο.
Μεγαλώνοντας, θα ήθελα να έρχομαι πιο κοντά στον εαυτό μου, σε μένα, στην ελεύθερή μου βούληση. Σε ό, τι μου αρέσει να κάνω χωρίς να δίνω σε κάποιον λογαριασμό ή εξηγήσεις (αλλά ακόμα και αν χρειαστεί να το κάνω, να βγαίνει φυσικά και αυθόρμητα, και όχι επειδή πρέπει).
Να συνεννοούμαι με τα βλέμματα, χωρίς πολλά λόγια, χωρίς πολλά-πολλά γενικώς. Να με αφουγκράζομαι καλύτερα και να μην με στήνω στον τοίχο, δημιουργώντας μου ενοχές.
Αυτάρκεια.
Αυτή η λέξη βοά στο μυαλό μου και μου ταράζει την κροταφική μου μοίρα. Να μην εξαρτώμαι από κανέναν και τίποτα. Επειδή δεν μου αρέσουν καθόλου οι εξαρτήσεις και χαίρομαι που δεν είμαι υπόδουλη στα δεσμά τους.
Και έτσι να επιστρέφω στη μοναξιά μου, που είναι επιλογή μου (και φυσικά και έχω την επιθυμία να μου κρατάει κάποιος το χέρι και να μου χαιδεύει τα μαλλιά, αλλά θέλω να μπορώ να αυτοπροσδιορίζω την ευτυχία μου, και να μην την αφήνω να ετεροπροσδιορίζεται).
Και να βάζω προτεραιότητες στη ζωή μου. Και να αποφασίζω εγώ για αυτήν. Να επιλέγω, όχι να με επιλέγουν.
Βεβαίως, η κάθε επιλογή και η κάθε απόφαση έχει συνέπειες.
Και θα πρέπει να είσαι έτοιμος κάθε φορά να τις αντιμετωπίσεις.
« Οι πιο σκληρές γυναίκες είναι οι ευαίσθητες, αυτές που θα εξαντλήσουν όλες τις πιθανότητες μαζί σου αλλά αν πουν τελείωσε, δικέ μου τελείωσε». Δημήτρης Δεγαμινιώτης.
Γράφει η Ελένη Πολυματίδου