Στα ¾ του έτους οι καστοριανοί καταστηματάρχες διαμαρτύρονται πως δεν υπάρχει κίνηση πως δεν έρχεται κόσμος πως οι επιχειρήσεις τους υπολειτουργούν.
Οι οικονομολόγοι εξετάζουν τις παραμετροποιήσεις και αποφαίνονται πως τα καταστήματα -κυρίως στον τομέα εστίασης κι αναψυχής- είναι υπεράριθμα για τα δεδομένα της περιοχής και ότι οι μεγάλες αυτές σωρεύσεις προκαλούν αναίτιο ανταγωνισμό και οικονομική ζημιά στους εμπλεκόμενους επιχειρηματίες…. Μετά έρχεται εκείνο το άλλο, το απροσδόκητο 1/3 της σαιζόν όπου η όλη εικόνα αίφνης ανατρέπεται. Ξαφνικά η προσέλευση επισκεπτών εκτινάσσει στα ουράνια την ζήτηση και τα ίδια αυτά δεδομένα και υπάρχοντα καταστήματα καταμετρούνται ως πολύ λιγότερα από τα αναγκαία. Ένα μεγάλο μέρος της ζήτησης δεν μπορεί να καλυφθεί.
Οι οικονομολόγοι λοιπόν ξανα-ενσκύπτουν στο ζήτημα, ξανα-εξετάζουν τις παραμετροποιήσεις και αποφαίνονται πως οι επενδύσεις στον κλάδο θα πρέπει εξάπαντος να αυξηθούν, αφού, στην έκταση που σήμερα αυτές ευρίσκονται, αφήνουν ανεκμετάλλευτα μεγάλα περιθώρια κέρδους.
Οι δε πολιτικοί και οι πολίτες βλέπουν το θέμα να τίθεται και ως ένα ζήτημα prestige και τουριστικού κύρους. Εκτιθέμεθα λένε έναντι των επισκεπτών, αφού έρχονται, ζητούνε ό,τι ζητούνε, βλέπουν πως δεν έχουμε και μετά μας παρακάμπτουν και στρέφονται αλλού. Πάει η τουριστικότητα μας, πάει το καλό μας όνομα, πάει το ακριβοπληρωμένο μας μπραντνέιμ…
Κι επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε επιχειρήσεις που να ανοιγοκλείνουν πόρτες και λογιστικά βιβλία κατά βούληση το μόνο που απομένει είναι να στηρίζουμε τις υπάρχουσες κατά την διάρκεια της προβληματικής περιόδου εμείς οι ίδιοι. Και με τις τακτικότερες εξόδους μας σαν πολίτες αλλά και με κάποια σκόντα στα δημοτικά τέλη σαν Δημοτικοί ταγοί. Διότι στον τομέα της οικονομίας κάποια στιγμή θα πρέπει να μας γίνει συνείδηση ότι το καράβι που λέγεται Καστοριά είναι ένα και μοναδικό και όλοι μας είμαστε πλήρωμα του. Αμα θέλουμε αυτό το σκαρί να συνεχίσει να αρμενίζει, θα πρέπει όλοι να κάνουμε την δουλειά που μας αναλογεί και να μοιραζόμαστε τα βάρη αναμεταξύ μας. Ειδάλλως θα το δούμε να πηγαίνει φούντο/
Ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ