Μια ειδικός επισημαίνει την ανάγκη αξιολόγησης της ψυχικής υγείας των νεαρών ασθενών ως αναπόσπαστο μέρος της θεραπευτικής προσέγγισης του χρόνιου πόνου.
Τριπλάσιες πιθανότητες να διαγνωστούν με άγχος ή κατάθλιψη έχουν οι νέοι που υποφέρουν από χρόνιο πόνο, συμπεραίνει μια νέα ανασκόπηση, που δημοσιεύεται στο JAMA Pediatrics. Η μελέτη, με επικεφαλής την δρα Joanne Dudeney, κλινική ψυχολόγο και ερευνήτρια στη Σχολή Ψυχολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Macquarie, δείχνει ότι το 1/3 των παιδιών κάτω των 18 ετών που βιώνουν χρόνιο πόνο πληρούν επίσης τα κριτήρια για αγχώδη διαταραχή, ενώ 1 στα 8 πληροί τα κριτήρια για καταθλιπτική διαταραχή.
Η ανασκόπηση αφορούσε σε 79 μελέτες, που συμπεριλάμβαναν συνολικά σχεδόν 23.000 παιδιά και νέους κάτω των 18 ετών, μεταξύ των οποίων και περισσότερα από 12.000 με χρόνιο πόνο.
Παράλληλα, διερεύνησε διαφορετικές περιπτώσεις πόνου, από εκείνες όπου ο πόνος είναι το πρωταρχικό σύμπτωμα, όπως η νεανική ιδιοπαθής αρθρίτιδα και η ινομυαλγία, χρόνιες παθήσεις όπου ο πόνος είναι δευτερεύον σύμπτωμα, όπως η νόσος Crohn και η κολίτιδα, καθώς και περιπτώσεις όπου ο πόνος δεν έχει γνωστή αιτία.
«Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι κινδυνεύουμε να προσφέρουμε κακές υπηρεσίες στους νέους με χρόνιο πόνο αν δεν λαμβάνουμε υπόψη το συνυπάρχον άγχος και την κατάθλιψη», δήλωσε η δρ. Dudeney. «Έχω συναντήσει πολλούς νέους με χρόνιο πόνο και διεγνωσμένο άγχος ή κατάθλιψη, αλλά αυτές οι ψυχικές διαστάσεις δεν παρουσιάζονταν στις έρευνες για τον πόνο.
Τα επιστημονικά δεδομένα αφορούν κυρίως στον τον φόβο και το άγχος του πόνου, καθώς και την καταστροφολογία, η οποία επικεντρώνεται στην ανησυχία ότι ο πόνος δεν θα μειωθεί ποτέ.
Σκέφτηκα ότι υπήρχε ένα κενό στην κατανόησή μας και ότι αυτά τα παιδιά παρουσίαζαν γενικά συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης, αλλά επειδή αυτά δεν λαμβάνονταν υπόψη στην έρευνα για τη διαχείριση του χρόνιου πόνου, δεν περνούσαν στην κλινική πρακτική», εξήγησε η ειδικός.
Επομένως βασικό συμπέρασμα της ανασκόπησης αποτελεί, σύμφωνα με την ίδια, η ανάγκη οι γονείς να αναγνωρίζουν τα συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης στα παιδιά με χρόνιο πόνο, με στόχο μια αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση.
Η δρ. Dudeney επισημαίνει, επιπλέον, ότι είναι ζωτικής σημασίας για τους κλινικούς ιατρούς, όπως οι γενικοί ιατροί, οι ρευματολόγοι και οι παθολόγοι, να γνωρίζουν τη σχέση αυτή, με σκοπό τη δημιουργία μιας πιο διεπιστημονικής προσέγγισης που θα αντιμετωπίζει τον πόνο, το άγχος και την κατάθλιψη συνδυαστικά, εφόσον αυτό κρίνεται σκόπιμο.
«Ένας απλός τρόπος να εφαρμοστεί αυτό στην πράξη θα ήταν οι ιατροί να προωθούν τα παιδιά σε μια σύντομη διαγνωστική αξιολόγηση ψυχικής υγείας», προτείνει η δρ. Dudeney.
«Πρόκειται για έναν ευάλωτο πληθυσμό και, αν δεν λάβουμε υπόψη μας το στοιχείο της ψυχικής υγείας, είναι πιθανό να μην επιτύχουμε και τις κλινικές βελτιώσεις που θέλουμε», καταλήγει.
Ygeiamou.gr