Δεκάδες κέρινα ομοιώματα αναδεικνύουν τον παραδοσιακό τρόπο ζωής, τα έθιμα και τα επαγγέλματα.
Σαν περάσεις την κεντρική πόρτα του «Μουσείου Κέρινων Ομοιωμάτων και Λαογραφίας» στο Μαυροχώρι Καστοριάς, θαρρείς πως ταξιδεύεις πίσω στο χρόνο. Σε μια εποχή πολύ διαφορετική από τη σημερινή. Την εποχή των παιδικών χρόνων του ιδιοκτήτη και συλλέκτη -συνταξιούχου εκπαιδευτικού πλέον- κ. Δημήτρη Παναγιωτίδη στο χωριό του. Τότε που η Ελλάδα προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της, μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του καταστροφικού Εμφυλίου Πολέμου που ακολούθησε.
Ο κ. Παναγιωτίδης και η σύζυγός του Φανή -επίσης ταλαντούχα- δεν εκθέτουν και παρουσιάζουν απλά μια λαογραφική συλλογή με χιλιάδες αντικείμενα. «Ταξιδεύουν» τον επισκέπτη σε χρόνια που δεν έχουμε ζήσει οι νεότεροι, μέσα από τις αφηγήσεις και τις «κουβέντες» τους με τους «ήρωες» του μουσείου. Τα δεκάδες κέρινα ομοιώματα, που οι ίδιοι φιλοτέχνησαν όλα αυτά τα χρόνια, αναδεικνύουν στις θεματικές ενότητες που ξεδιπλώνονται στους τρεις ορόφους, τον παραδοσιακό τρόπο ζωής, τα ήθη, τα τοπικά έθιμα, τα παλιά επαγγέλματα κ.α. Μια εποχή που χάθηκε στη λήθη του χρόνου και του σύγχρονου τρόπου ζωής.
Tα κέρινα ομοιώματα, όλα σε φυσικό μέγεθος, παρουσιάζουν απλοϊκούς γραφικούς τύπους του χωριού -κάθε ηλικίας- με ρούχα εποχής. Μαζί με τα παλιά αντικείμενα, τα αυθεντικά έπιπλα εποχής και τον βιωματικό τρόπος αφήγησης και ξενάγησης των ιδιοκτητών, προσφέρουν στον επισκέπτη μια μοναδική εμπειρία. Ιδανική για όλη την οικογένεια.
«Όταν ξεναγούμε λέμε όλη την ιστορία των κέρινων ομοιωμάτων που έχουν ονόματα γιατί είναι γνωστά μας πρόσωπα. Η κυρία Γιαννούλα, η κυρία Μαλάμω, ο κυρ Νίκος, ο κυρ Τάσος και άλλοι. Οι ήρωές μας που μέσα από τις ιστορίες τους παρουσιάζουμε στο μουσείο μια όμορφη αλλά δύσκολη εποχή χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς ανέσεις. Μιας εποχής που πέρασε» τονίζει ο Δημήτρης.
Ταξίδι στο παρελθόν
Στο ισόγειο του μουσείου παρουσιάζεται το παραδοσιακό γλέντι μετά τον γάμο του γιού της οικογένειας με μια κοπέλα έπειτα από προξενιό. Η ορχήστρα με χάλκινα παίζει μουσική και όλοι οι συγγενείς γλεντούν και συγχαίρουν το ζευγάρι. Δίπλα είναι το δωμάτιο με την προίκα, ενώ στο υπόγειο το μαγειρείο μαζί με την εστία φωτιάς και το κουζινάκι, όπου η κυρία Γιαννούλα πίνει καφέ με συγχωριανές της που -όπως συνηθιζόταν τότε- σχολίαζαν τα «δρώμενα» στο χωριό.
Η γιαγιά Ευαγγελία παραδίπλα πλάθει χυλοπίτες ενώ το κελάρι είναι γεμάτο με τα τρόφιμα του χειμώνα, καθώς και βαρέλια με κρασί και τσίπουρο. Στο ζυμωτάρι οι γυναίκες ζυμώνουν για να πλάσουν ψωμιά, για να τα ψήσουν στη συνέχεια στον παραδοσιακό φούρνο. Οι άντρες ασχολούνται -μεταξύ άλλων- με τον μούστο και την παραγωγή τσίπουρου στα ρακοκάζανα.
Στον επάνω όροφο παρουσιάζονται το νυφικό δωμάτιο, ο καλός οντάς όπου η οικογένεια υποδέχεται επισκέπτες και δίπλα το δωμάτιο των παππούδων που φροντίζουν τα εγγόνια, καθώς και το δωμάτιο του αργαλειού. Δίπλα, με μία ωραία και τρυφερή σκηνή της καθημερινότητας, η μητέρα φασκιώνει το μωρό και ο φύλακας άγγελος του σπιτιού, βρίσκεται δίπλα τους.
Παράλληλα στην πίσω αυλή, έχει διαμορφωθεί η πλατεία ενός προπολεμικού χωριού, με τα παλιά μαγαζιά και τους επαγγελματίες. Το κουρείο με τον κουρέα του, το τσαγκαράδικο με τον τσαγκάρη, το καροποιείο με τον καροποιό, τον ψαρά με τα δίχτυα του, το περίπτερο κ.ά.
Από το 1983
Το μουσείο είναι αποτέλεσμα μιας προσπάθειας που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και χρειάστηκε πολύς χρόνος, χρήμα και βέβαια πείσμα, αγάπη και μεράκι και από τους δύο, για να φτάσει στο σημερινό αποτέλεσμα. Την αγάπη για τα παλαιά αντικείμενα μάλιστα, την είχε από πολύ μικρός ο κ.Παναγιωτίδης, διαφυλάσσοντας ακόμη και τα σχολικά του βιβλία και τα παιδικά του παιχνίδια. Μετά το 1983, νεαρός δάσκαλος τότε, ξεκίνησε να μαζεύει παλιά πράγματα που κατέληγαν στα απορρίμματα και έγινε τακτικός επισκέπτης παλαιοπωλείων της Θεσσαλονίκης.
«Διαθέταμε όλο το μισθό μας για να αγοράζουμε αντίκες, γεμίζοντας το πατρικό μου σπίτι και διπλανές αποθήκες, και έχοντας στο μυαλό μας πως κάποια στιγμή όλο αυτό το υλικό θα εκτεθεί σε ένα σύγχρονο και λειτουργικό μουσείο» μας λέει για την πολύχρονη προσπάθειά τους.
Τελικά το όνειρό τους τους αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά στις αρχές της δεκαετίας του 2000, με την κατασκευή του σημερινού μουσείου σύμφωνα με σχέδια που οι ίδιοι κατέληξαν με κάθε λεπτομέρεια. Το έργο χρηματοδοτήθηκε από το πρόγραμμα Leader και τα επίσημα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν το 2009. «Χρειάστηκαν σχεδόν 26 χρόνια συγκέντρωσης υλικού, προετοιμασίας, σκέψης, αγωνίας αλλά και πολύ αγάπης» τονίζει ο κ.Παναγιωτίδης, ξεναγώντας μας στους χώρους του μουσείου που διάχυτη είναι η αίσθηση πως στήθηκε με πολύ αγάπη από τους ιδιοκτήτες του.
Όσον αφορά τα κέρινα ομοιώματα, είναι επίσης έργο προσωπικής τους εργασίας όλα αυτά τα χρόνια. Μια διαδικασία που δεν ήταν εύκολη, μια και κανείς τους δεν γνώριζε την τεχνική. «Δεν είχαμε ιδέα. Ξεκινήσαμε το 1983 διαβάζοντας σχετική βιβλιογραφία και αγοράζοντας τα κατάλληλα εργαλεία, ξεκινήσαμε να πειραματιζόμαστε. «Κοντά στο νου και η γνώση» που λένε. Πολλές φορές αποτυγχάναμε στο αποτέλεσμα και ξεκινούσαμε και πάλι από την αρχή. Δεν μας πτόησαν οι δυσκολίες. Μετά από πολλές προσπάθειες το αποτέλεσμα πλέον μας ικανοποιούσε και έτσι στη συνέχεια δουλεύαμε όλους του «ήρωες» του μουσείο μας. Αφιερώσαμε πολύ χρόνο για τα κέρινα ομοιώματα, που συνολικά έχουν ξεπεράσει τα 100-110» λέει.
Στις μορφές των κέρινων ομοιωμάτων αποτυπώθηκαν καθημερινοί άνθρωποι του χωριού. Κάποιοι από τα παιδικά χρόνια του κ.Δημήτρη, όπως διασώθηκαν μέσα από παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες αλλά και νεότεροι. Έτσι γεννήθηκαν οι «ήρωες» το μουσείου, που τραβούν την προσοχή του επισκέπτη από την πρώτη στιγμή που θα πατήσει το πόδι του εκεί μέσα. Κέρινα ομοιώματα που εντυπωσιάζουν με θέση τους στο θεματικό σκηνικό, την κίνησή τους και την εκφραστικότητα τους που θαρρείς πως είναι έτοιμα να σου μιλήσουν «Αγαπώ όλα τα ομοιώματα, γιατί πολλά από τα πρόσωπα που παρουσιάζουν τα ήξερα και έζησα μαζί τους όταν ήμουν μικρό παιδί. Μπαίνω ανάμεσά τους και τα μιλάω. Σαν να είναι δικοί μας άνθρωποι» σημειώνει ο .Δημήτρης χαϊδεύοντας με αγάπη το κεφάλι της γιαγιάς Ευαγγελίας στον ξυλόφουρνο, που έχει τη μορφή της πραγματικής τους γιαγιάς.
Ένα από τα εκθέματα που ξεχωρίζει και συγκινεί είναι το αμερικανικό τεχνητό ομοίωμα του χεριού, που έχασε ο πατέρας του Χρήστος την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Έκθεμα που θυμίζει τα δύσκολα παιδικά χρόνια που ο ίδιος πέρασε, με έναν πατέρα «με ένα άδειο μανίκι» όπως λέει χαρακτηριστικά. Το περίπτερο του πατέρα του, άδεια λειτουργίας του παραχώρησε η Πολιτεία μεταπολεμικά με μια μικρή σύνταξη, εκτίθεται στην πίσω αυλή θυμίζοντας εκείνες τις εποχές.
Το επόμενο διάστημα το «Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων και Λαογραφίας» αναμένεται να «μετακομίσει» από το Μαυροχώρι, σε ένα παλιό αρχοντικό στην παραδοσιακή συνοικία Ντολτσό της Καστοριάς. Πρόκειται για ένα επιβλητικό μακεδονίτικο αρχοντικό του 1870 με 19 δωμάτια. Φιλοδοξία των ιδιοκτητών είναι να λειτουργήσει επίσημα, τα επόμενα Χριστούγεννα.
Πληροφορίες :
- Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων και Λαογραφίας» – Μαυροχώρι Καστοριάς Τηλ. : 2467074870 και 6970392196 –
Αποστολή στην Καστοριά -Ντολτσό: H παραδοσιακή συνοικία με τα μακεδονίτικα αρχοντικά
Καστοριανά καράβια: Τα ζωντανά κινητά μνημεία της λίμνης της Καστοριάς
Τα φημισμένα πλινθόχτιστα χωριά των Κορεστείων στην Καστοριά