Νέες μόνιμες μειώσεις άμεσων φόρων σχεδιάζει η κυβέρνηση με τα επιπλέον έσοδα από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, τα οποία υπολογίζονται σε 2,5 δισεκ. ευρώ έως το 2027.
Στην πρώτη γραμμή βρίσκονται η φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων, οι ασφαλιστικές εισφορές, τα τεκμήρια διαβίωσης και το Τέλος Επιτηδεύματος. Η έμμεση φορολογία δεν βρίσκεται – τουλάχιστον προς το παρόν – στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς.
Ο εισαγωγικός συντελεστής 9% για τα πρώτα 10.000 ευρώ εισοδήματος δεν φαίνεται να αλλάζει. Επανεξετάζεται ωστόσο ο αμέσως επόμενος συντελεστής 22%, ο οποίος αφορά στο κλιμάκιο εισοδήματος μεταξύ 10.001 ευρώ έως και 20.000 ευρώ. Στόχος είναι να περιοριστεί η «ψαλίδα» μεταξύ των δύο πρώτων συντελεστών καθώς οι επόμενοι κλιμακώνονται ηπιότερα (28%, 36%, 44%).
- Αν για παράδειγμα ο συντελεστής στο κλιμάκιο από 10.001 έως 20.000 ευρώ μειωθεί στο 15% από 22%, αυτό θα σημάνει μείωση του φόρου κλιμακίου από τα 2.200 ευρώ στα 1.500 ευρώ οδηγώντας σε έμμεση αύξηση αποδοχών κατά 50 ευρώ το μήνα (για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα με τους 14 μισθούς).
Όσον αφορά στις ασφαλιστικές εισφορές, δρομολογείται νέα μείωση κατά 0,5% με ορίζοντα το 2027. Υπενθυμίζεται ότι από την 1η Ιανουαρίου 2025 οι ασφαλιστικές εισφορές θα μειωθούν κατά μια μονάδα.
Ακόμα, η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης κατά 30%, αποτελεί προεκλογική δέσμευση της κυβέρνησης, με στόχο την εξάλειψη των στρεβλώσεων και των αδικιών και τη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών ανάμεσα στα νοικοκυριά.
Με βάση το σημερινό καθεστώς, εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες καλούνται να πληρώσουν υψηλότερο φόρο από αυτόν που αναλογεί στο εισόδημα τους με βάση τις τεκμαρτές δαπάνες διαβίωσης όπως τα αυτοκίνητα, τις κατοικίες, τις αγορές αγαθών, τα δίδακτρα σε ιδιωτικά σχολεία, τα σκάφη αναψυχής κ.ά.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι περισσότεροι φορολογούμενοι που πιάνονται στην παγίδα των τεκμηρίων διαβίωσης είναι μισθωτοί και συνταξιούχοι κυρίως με χαμηλά εισοδήματα που πληρώνουν έξτρα φόρους επειδή διαμένουν σε ιδιόκτητη ή μισθωμένη κατοικία και έχουν ένα αυτοκίνητο.
Το 2027 φαίνεται να κλείνει οριστικά ο κύκλος του Τέλους Επιτηδεύματος, με την κατάργησή του και για τις επιχειρήσεις. Το Τέλος παύει να ισχύει από το 2025 για όλα τα φυσικά πρόσωπα (ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους, ατομικές επιχειρήσεις και εργαζόμενους με «μπλοκάκι»).
Στο τραπέζι βρίσκεται και η κατάργηση του τεκμαρτού τρόπου φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών, καθώς η ψηφιακή εποχή κλείνει σταδιακά τις τρύπες της φοροδιαφυγής, προκαλώντας εκ των πραγμάτων υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση για όσους μέχρι πρότινος υποφορολογούνταν.
Ο περιορισμός της φοροδιαφυγής αποτυπώνεται και στα στοιχεία για την πορεία των φορολογικών εσόδων. Στο εννεάμηνο του 2024 καταγράφεται υπέρβαση περίπου 2,5 δισ. ευρώ με το 1,9 δισ. ευρώ να αφορά δημοσιονομικά τον τρέχοντα προϋπολογισμό και επιμέρους 688 εκατ. ευρώ να προέρχονται από μεγαλύτερες εισπράξεις ΦΠΑ, από την αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και τη διασύνδεση των ταμειακών με τα POS.
Οι περισσότερες αλλαγές στην άμεση φορολογία θα εφαρμοστούν από τα εισοδήματα του 2026. Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση τους νέους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας η χρηματοδότηση φορολογικών ελαφρύνσεων θα πρέπει να στηρίζεται σε έξτρα έσοδα που θα εισρεύσουν στα κρατικά ταμεία από την αποκάλυψη κρυφών εισοδημάτων.
Ρεπορτάζ: Κώστας Τσάβαλος